28 Μαΐ 2011

πρώτες σημειώσεις για τους "αγανακτισμένους" και τους εχθρούς τους


Αναμφισβήτητα, υπάρχουν τεράστια προβλήματα σε σχέση με την πρόσφατη κινητοποίηση στο Σύνταγμα και αλλού. Τα πιο σημαντικά έχουν ήδη παρατηρηθεί σε πληθώρα δημοσιεύσεις και συζητήσεις, και αφορούν περισσότερο στην ανάδειξη πως ο όρος "απολιτίκ" είναι βαθειά πολιτικός. Η επίσημη γλώσσα των κινητοποιήσεων αρνείται με επιφανειακό τρόπο αυτό που είναι αφηρημένα κατανοητό ως "παραδοσιακή πολιτική" (κόμματα, σύμβολα, αντιπαραθέσεις, κτ), επιβεβαιώνοντας ταυτόχρονα και με φοβερή δύναμη έννοιες και συμπεριφορές απελπιστικά πολιτικές που όμως αποκτούν διαστάσεις μεταφυσικές ακριβώς επειδή εμφανίζονται μυστικοποιημένες -ως κάτι άλλο από αυτό που πραγματικά είναι. Η έννοια της Ελλάδας και του Έλληνα/Ελληνίδας, η έννοια της δημοκρατίας, η άρνηση να αντιληφθείς την ενασχόληση με το κοινωνικό γίγνεσθαι ως μια σειρά από συγκρούσεις, η άκριτη αποδοχή εννοιών όπως προδοσία, διαφθορά κτλ. Και σίγουρα μπορεί να υποστηρίξει κανείς πως η αντίληψη της οικονομικής κρίσης και της απο-νομιμοποίησης της πολιτικής που βιώνουμε, μυστικοποιείται εξίσου αν γίνεται κατανοητή ως αποτέλεσμα  διεφθαρμένων πολιτικών. Αυτονόητο είναι, και το  έχουμε ξαναπεί, πως δεν είμαστε ενάντια στο χρήμα επειδή το αφεντικό έχει κρυφό λογαριασμό στην Ελβετία.

Όμως (αντιγράφοντας μια φορά ακόμα έναν νεαρό σιτού) η κάθε άρνηση βεβαιώνεται κάπου αλλού. Και όσο και αν είναι εύκολο να εντοπιστούν οι αρνήσεις, άλλο τόσο δυσκολευόμαστε να αναγνωρίσουμε την βεβαίωση από την οποία προέρχονται ή στην οποία καταλήγουν.

Ακούμε και διαβάζουμε λοιπόν πως βασική κριτική στους αγανακτισμένους αποτελεί το γεγονός ότι το κάλεσμα τους έγινε μέσω του facebook. Πραγματικά πρόκειται περί σκανδάλου. Είναι όντως απογοητευτικό να οργανώνεται μια συγκέντρωση μέσω του facebook, με όλη την αλλοτρίωση και την ψευδο-επικοινωνία που συνεπάγεται τούτο το μέσο του σατανά. Πάλι καλά που υπάρχει το indymedia και τα χιλιάδες blogs που μας δίνουν την δυνατότητα, αληθινά και αδιαμεσολάβητα, να κριτικάρουμε μέχρι τελικής πτώσης την μοντέρνα αποστείρωση που προκύπτει από το διαδίκτυο...

Παρατηρήσαμε πως ανάμεσα στους εχθρούς των κινητοποιήσεων επικρατεί και η άποψη ότι το ετερόκλητο του πλήθους είναι ενδεικτικό της ασυναρτησίας του. Δυσκολευόμαστε να οριοθετήσουμε αυτή την κριτική σε σωστά πλαίσια. Και αυτό γιατί δεν είναι σαφές ποιο ακριβώς, και με τι όρους, είναι το αντίθετο του ετερόκλητου, ή τέλος πάντων πως ορίζεται το συνεκτικό ενός πλήθους. Γιατί εμείς δεν έχουμε δει συνοχή ούτε στις απεργιακές κινητοποιήσεις (και εκεί εμφανίζονται κατά καιρούς ελληνικές σημαίες), ούτε και στον ίδιο τον χώρο. Και ίσως είναι καλύτερα και έτσι, γιατί (χωρίς καμμία διάθεση μεταμοντέρνας μπουρδολογίας) η έννοια της συνοχής στους κοινωνικούς αγώνες, στον βαθμό που παραμένει αρνητική (δηλαδή ορίζει απλά το αντίθετό της) περπατάει έναν επικίνδυνο μονοπάτι. Ας το πούμε και αλλιώς: δεν είμαστε ενάντια στην συνοχή, αλλά είναι αναγκαστικό να την ορίσεις. Ειδάλλως παραμένει μεταφυσική και προιόν της παλιάς πολιτικής. Αναζητά να εξομαλύνει τις συγκρούσεις για να εμφανιστεί ενωτική, αλλά στην διαδρομή παρασέρνει την κριτική αντίληψη και την σέρνει αλυσοδεμένη πίσω από το κάρο μιας κοινότητας οριζόντιου ελέγχου. Και συνεπώς δεν διαφέρει από την τζούφια, ντεμεκ αντίληψη του "όλοι μαζί είμαστε" των αγανακτισμένων. Απλά μετατοπίζει το κέντρο βάρους σε άλλα φαντασιακά σχήματα: είμαστε όλοι μαζί γιατί είμαι εδώ με τους φίλους μου, την παρέα μου, την πολιτική μου ομάδα, την ιδεολογία μου. 

Μια άλλη κατηγορία που είδαμε να εκφράζεται ενάντια στους αγανακτισμένους "εν χορώ", είναι πως δεν προσφέρουν καμμία εναλλακτική πρόταση για την κρίση και αρκούνται σε γηπεδικού τύπου συνθηματολογίες. Σωστό. Πάλι καλά που έχουμε την αριστερά και τον αναρχικό χώρο και τις εμπεριστατωμένες αντιλήψεις περί κρίσης. Θα ήταν πραγματικά κρίμα τέτοιες βαθυστόχαστες και διεισδυτικές αναλύσεις που τόσο καιρό επεξεργάζεται η αριστερά και ο χώρος να πάνε χαμένες επεδή οι "αγανακτισμένοι" του συντάγματος τις αγνοούν επιδεικτικά.

Σημαντικό ρόλο έχει παίξει το γεγονός πως μεγάλη μερίδα διάφορων τσογλανιών των ΜΜΕ έχουν αγκαλιάσει τους "αγανακτισμένους". Και σίγουρα αυτή η στάση είναι ενδεικτική κάποιων πραγμάτων. Αλλά δεν νιώθουμε ότι αυτό φτάνει σαν γεγονός για να καταδικάσει εξ' ολοκλήρου το φαινόμενο. Η διαφωνία έχει περισσότερο να κάνει με μια αντίληψη για τα ΜΜΕ παρά με τους "αγανακτισμένους" καθ' εαυτούς. Στα πλαίσια της ευρύτερης από-νομιμοποίησης των ΜΜΕ, τα διάφορα τσιράκια προσπαθούν να προσεγγίσουν μια κοινωνία που τους φτύνει καλλωπίζοντας τις ασχημόφατσες τους. Και μέχρι στιγμής, δεν έχει κανένα λόγο, ούτε ο Πρετεντέρης, ούτε και κανένας άλλος, να εναντιωθεί έμπρακτα σε ό,τι συμβαίνει. Αλλά θεωρούμε λάθος να λαμβάνεται αυτό το γεγονός ως κριτήριο για την αντίληψη μας ως προς τις κινητοποιήσεις, αν μη τι άλλο λόγω της μικρής χρονικά διάρκειας τους. Αν πιστεύουμε πως τα ΜΜΕ ουδέποτε εξέφρασαν την πραγματικότητα αδιαμεσολάβητα, γιατί ξαφνικά δεχόμαστε τις αντιλήψεις τους τοις μετρητοίς; Είναι δεδομένο πως αν οι κινητοποιήσεις αυτές αποκτήσουν με τον χρόνο χαρακτηριστικά διαφορετικά, παρεκτραπούν από το ειρηνικό τους προσωπείο, και κατασταλλούν από το Κράτος (όπως έγινε και στην Βαρκελώνη), όλα τα ΜΜΕ θα πάψουν να τις σιγοντάρουν. Η αλλαγή αυτή όμως δεν έχει να κάνει με τα ΜΜΕ αλλά με διεργασίες που θα συμβούν στο εσωτερικό της κινητοποίησης. Εκεί βρίσκεται ο πυρήνας μιας βάσιμης κριτικής.

Αξίζει άραγε να ασχοληθεί κανείς με τις κατηγορίες περί του μη-βίαιου χαρακτήρα των κινητοποιήσεων; Ίσως μόνο και μόνο για να επαναληφθεί πως η βία δεν είναι ζήτημα αρχών. Δεν έχει απολύτως κανένα νόημα να είσαι κατά της βίας, όπως δεν έχει εξίσου και κανένα απολύτως νόημα να είσαι υπερ της. Η βία είναι ένα μέσο, με συγκεκριμένα αποτέλεσματα, το οποίο χρησιμοποιείς ή όχι ανάλογα με τις περιστάσεις και ανάλογα, πάνω από όλα, με το περιεχόμενο το οποίο προσπαθείς να προωθήσεις. Είναι τελείως αδιάφορο και άκυρο να υποστηρίζει κανείς την βία γενικά, όπως και να την απεχθάνεται γενικά. Προφανώς, εάν οι κινητοποιήσεις στο σύνταγμα φτάσουν σε ένα επίπεδο που θα πρέπει να αποφασίσουν αν θα τους σπάσουν τα κεφάλια ανενόχλητα ή αν θα αντισταθούν, το ζήτημα θα έχει άλλη βαρύτητα. Και προφανώς είναι προβληματικό να ανοίγει μια διαδικασία κλείνοντας ζητήματα με βάση αφηρημένες και -ίσως- αντιδραστικές αρχές. Αλλά θεωρούμε εξίσου προβληματικό να κριτικάρεται το ξεκίνημα μιας κινητοποίησης με βάση το γεγονός πως δεν έχει βίαια χαρακτηριστικά. Μια τέτοια κριτική φλερτάρει με την βία ως αυτοσκοπό, και απλά επαναφέρει έναν φετιχισμό που είναι τόσο αδιάφορος όσο και η μή-βίαιη ιδεολογία.

Ενδιαφέρον έχει και ο τρόπος που οι κινητοποιήσεις των "αγανακτισμένων" κριτικάρονται επειδή αρνούνται τα κόμματα και τον συνδικαλισμό. Εδώ ο χώρος θυμήθηκε ξαφνικά πως καλή η κριτική στα κόμματα και στο συνδικαλισμό, αλλά μονάχα όταν την κάνουμε εμείς. Γιατί αλίμονο, μια κριτική σε αυτές τις συμμορίες που εμείς δεν έχουμε πάψει να κράζουμε, ενδέχεται να εμπεριέχει και μια ιστορική άρνηση των εργατικών αγώνων και των επιτυχιών τους. Η μετατόπιση είναι εμφανής: σωστή η κριτική, λάθος τα υποκείμενα που την εκφράζουν. Εμείς, και μόνο εμείς, έχουμε το μονοπώλιο της κριτικής σκέψης.

Κάπου εδώ βρίσκεται για εμάς η ρίζα του προβλήματος: η κριτική που γίνεται στους "αγανακτισμένους" έχει ως αφετηρία και ως τερματισμό τον κάθετο και συμπαγή καθορισμό ενός συγκεκριμένου υποκειμένου το οποίο βρίσκεται πίσω από τις κινητοποιήσεις. Εδώ αρχίζουν και εδώ τελειώνουν όλα. Από την στιγμή που έχουμε ορίσει το υποκείμενο που δραστηριοποιείται, ό,τι και να κάνει θα είναι λάθος. Ακόμα και αν κάνει κάτι το οποίο μοιάζει τόσο πολύ το γαμημένο σε αυτά που κάνουμε και εμείς. Όπως και να έχει, οι "αγανακτισμένοι" παραείναι πρόσφατο φαινόμενο για να έχει οριοθετημένα υποκείμενα. Και ο μόνος λόγος που βλέπουμε εμείς για να τους κριτικάρει κάποιος σαν να είναι όντως οριοθετημένα υποκείμενα, είναι επειδή έχει ήδη μια άποψη διαμορφωμένη για οποιονδήποτε δεν ανήκει στο συνάφι του.

Ο ορισμός και η κριτική ενός υποκειμένου, και συνεπώς της κοινότητας που δημιουργεί στην δραστηριοποίηση του, είναι ταυτόχρονα και ένας αρνητικός ορισμός της κοινότητας από την οποία προέρχεται η κριτική. Συγνώμη λοιπόν σύντροφοι, αλλά κάτι έχετε υπολογίσει λάθος. Τα λάθη και τα προβλήματα των "αγανακτισμένων" είναι υπαρκτά και φανερά. Αλλά δεν φτάνουν για να εξιλεώσουν ούτε την αριστερά ουτε και τον χώρο, ειδικά δε όταν πολλά από αυτά ανήκουν στην ίδια σφαίρα, και προκύπτουν αναγκαστικά από την οποιαδήποτε κοινωνική δραστηριοποίηση και τις αντικειμενικές συνθήκες που την περιβάλλουν.

Όσον αφορά τους αριστερούς και αναρχικούς που συμμετέχουν ενθουσιασμένοι στις κινητοποιήσεις, ένα κοινό μοιάζουν να συμμερίζονται: ότι συμμετέχουν για να μην επιτρέψουν στους φασίστες να καπελώσουν, ότι συμμετέχουν γιατί νιώθουν πως άνθρωποι με εμπειρία και γνώσεις πάνω στην πολιτική μπορούν να συνεισφέρουν προς στην σωστή κατεύθυνση, ότι συμμετέχουν, εν τέλει, για να διαδώσουν τις σωστές ιδέες.

Εδώ συναντιούνται οι κριτές και οι υποστηρικτές των αγανακτισμένων: κοινός τόπος και των δύο η αλλαζονεία ότι εμείς έχουμε βρει την άκρη την σωστή, και είτε απέχουμε κατηγορώντας τους υπόλοιπους ότι δεν την έχουν πάρει χαμπάρι εδώ και χρόνια, είτε συμμετέχουμε για να τους την μεταδώσουμε. Η αντίληψη ίσως να αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα αν υποστηρίζεται από μια πραγματικότητα πέρα από τον εαυτό μας και το φαντασιακό που έχουμε οικοδομήσει. Με κάποιες αξιώσεις, δηλαδή, αντικειμενικότητας. Αλλά αν και υπάρχουν τέτοια στοιχεία στον ανατρεπτικό χώρο, στην μέχρι στιγμής αντιμετώπιση των "αγανακτισμένων" δεν τα συναντήσαμε πουθενά.

25 Μαΐ 2011

Εντός των τειχών



«…δεν έχω δει ποτέ ύπαρξη με τέτοια αφηρημένη περιφρόνηση σαν του μόνου ανθρώπου.»

Παλιότερα, δεν υπήρχε επιτακτικός λόγος για να ξεκινήσει μια σοβαρή συζήτηση πάνω στην βία. Η βία του χώρου ήταν πάντα μειοψηφική, και συνεπώς μικρού βεληνεκούς. Οι καφρίλες κρύβονταν γρήγορα, ή αλλιώς, ξεμπροστιάζονταν αμέσως. Δεν δικαιολογούνταν, θάβονταν. Ξεχνιόντουσαν, αν θέλετε, απέναντι στην πολαπλασιασμένη βία που δεχόμασταν. Δεν υπήρχε καν στο λεξιλόγιο η έννοια της "παράπλευρης απώλειας". Ο εχθρός ήταν συγκεκριμένος, εμείς λίγοι. 

Ποιός/α πιστεύει πλέον ότι μπορούμε να μιλάμε με τους ίδιους όρους; Στο φαντασιακό του χώρου δεν έχει απλά εισαχθεί στο καθημερινό λεξιλόγιο η "παράπλευρη απώλεια", έχει γίνει και πράξη. Έχουμε χάσει το δικαίωμα να ιεραρχούμε την βια, να θεωρητικοποιούμε την αντίσταση με όρους "αντί-βίας".

Προφανώς και η αυτοάμυνα (ενεργητική ή παθητική) απέναντι στις δολοφονικές ορδές της αστυνομίας ή και των φασιστών παραμένουν στο πλευρό της αντί-βίας. Αλλά η εξίσωση τελειώνει κάπως απότομα εκεί. Ποιός μπορεί στα σοβαρά να πει πως η διάχυτη αντι-κοινωνική βία στις διαδηλώσεις είναι δικαιολογίσιμη ως αντί-βια; Απέναντι σε ποιόν; Στους άλλους διαδηλωτές; Πως μπορεί να δικαιολογηθεί μια marfin; Πως μπορεί να μιλάει κανείς για αντί-βια όταν προσπαθώντας να αντιμετωπίσει ένα υπαρκτό πρόβλημα πρέζας καταλήγει να εξαπολύει κυνηγητά στα πρεζάκια της πλατείας; Που βρίσκεται το μέτρο της αντί-βιας όταν παρέες από τσογλάνια ισοπεδώνουν κόσμο γιατί έτσι γούσταρουν; Αντί-βια και το να αφήσεις έναν μαγαζάτορα με σπασμένο σαγόνι, να μην μπορεί να φάει χωρίς καλαμάκι για 4 μήνες; Αντι-βία μήπως και οι φέρμες στα γύρω στενά των εξαρχείων; Αντι-βια τελικά και η παρέα των μπράβων/τραμπούκων που ξεχύθηκαν προχτές για να δείξουν ποιοί είναι οι μάγκες; Τα μαχαιρώματα; Καμμένες πωλήτριες και πελάτες της λαϊκής; Πόσες καφρίλες μπορούμε να θυμηθούμε έτσι στα γρήγορα;

Πάνω στο πτώμα μιας φετιχιστικής ιδεολογίας της βίας, που πουλάνε μερικοί με το κιλό εδώ και χρόνια, έχει στηθεί ένα πανηγύρι με ένα σωρό ζόμπι. Και η κατάσταση έχει φτάσει στο μηδέν. Και αν η ευθύνη βαραίνει πρώτα από όλους τα ζόμπι τα ίδια που ξερνάνε μισανθρωπισμό με κάθε βρωμερή τους ανάσα, υπάρχει και η υπόγεια ευθύνη εκείνων που τόσο καιρό, μέχρι και σήμερα, σιγοντάρουν, κλείνουν το μάτι και σφυράνε κλέφτικα σε μια "άγρια νεολαία" που δεν θα αργήσει να τους βγάλει τα μάτια. Οι εφηβικές ονειρώξεις πήραν σάρκα και οστά και βγήκαν παγανιά. Τα όνειρα μας δεν έγιναν εφιάλτες τους, αλλά δικοί μας. 

Ο μηδενισμός δεν είναι μια παρεξηγημένη ιδεολογία κάποιων ξεχασμένων ρώσων, ή το αποκούμπι κάποιων που βρήκαν σε αυτό το κενό μια δυνατότητα να συμπληρώσουν ένα κακοχωνεμένο ιδεολόγημα. Μηδενισμός είναι αυτό που ζούμε καθημερινά. Είναι το σκοτείνιασμα στα βλέμματα όταν κάθε νέο είναι χειρότερο από το προηγούμενο. Είναι το να βαφτίζεις την αντί-κοινωνικότητα "επαναστατικό σχηματισμό". Είναι, από μόνη της, η ασταμάτητη αναφορά στην λέξη "επανάσταση" και "επαναστάτης", λές και ζούμε τις τελευταίες μέρες της τσαρικής ρωσίας. Είναι η διαρκής δικαιολόγηση κάθε μαλακίας λες και μιλάμε για κάποιο ουδέτερο καιρικό φαινόμενο. "Ας προσέχουν οι περίεργοι" προειδοποιούσε κάποια ανάληψη ευθύνης για βόμβα. Ξέρετε, όπως λέμε "μπορεί να βρέξει αύριο.. κράτα ομπρέλα."

Όσο και αν ουρλιάζει σε κάθε ευκαιρία πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει, ο χώρος δεν είναι παρά μια αντανάκλαση της υπαρκτής κοινωνίας. Και όσο η ευρύτερη κοινωνία αρνείται να αντισταθεί στον κανιβαλισμό ισχυροποιώντας τον, τόσο ο χώρος θα αντικατοπτρίζει αυτό το άσχημο προσωπείο. Δεν είναι η κάθε μαλακία "επαναστατική" ή ανατρεπτική μόνο και μόνο επειδή έχουμε την αξιοζήλευτη πνευματική διαύγεια να κολλήσουμε την λέξη αναρχία δίπλα της. Και όσο και αν θέλουμε να πιστεύουμε πως δεν είναι όλος ο χώρος έτσι, η μεταφυσική πίστη αυτή χάνει έδαφος κάθε μέρα, όχι γιατί όλοι συμμετέχουμε στην διόγκωση αυτής της ανυπαρξίας, αλλά γιατί συμπεριφερόμαστε σαν να μην συμβαίνει. Μέχρι να συμβεί σε κάποιο "δικό μας". Σαν ευέξαπτες στρουθοκάμηλοι, θάβουμε το κεφάλι μας βαθιά στην φαντασιακή μας ανοησία, και αν τύχει και περάσει κανείς και μας ρίξει και μια από πίσω, "ε, δεν γαμιέται, και εμείς κάπως έτσι ήμασταν πιτσιρικάδες." Έτσι;
τα αυτοκίνητα, οι βόμβες και ο κινηματογράφος συγκρατούν το όλον