7 Δεκ 2011

Το μέλλον δεν είναι όπως παλιά




Μια κοπέλα γέννησε σε ένα μαιευτήριο. Δεν είχε λεφτά να πληρώσει οπότε της έδωσαν εξιτήριο αλλά κράτησαν το μωρό. Μέχρι να επιστρέψει με τα λεφτά.

Θα μπορούσε αυτή η ιστορία να έχει συμβεί προ της περιβόητης κρίσης; Η δικτατορία του χρήματος δεν είναι κατά καμία έννοια καινούριο φαινόμενο. Όπως καινούριο φαινόμενο δεν είναι κανένα από αυτά για τα οποία μας έχουν ζαλίσει οι διάφοροι ειδικοί ότι ευθύνονται για την οικονομική κρίση. Ούτε η αυθαιρεσία της κερδοσκοπίας, ούτε η κακοδιαχείριση των κρατικών δαπανών, ούτε οι μίζες, ούτε και η εξάρτηση όλου του οικονομικού οικοδομήματος (και κατά συνέπεια της ζωής μας) από τον δανεισμό.

Καινούριες δεν είναι και οι "λύσεις" που προτείνουν. Με σαφή ίχνη κυνισμού, οποιοσδήποτε είναι ακόμα στα καλά του μπορεί εύκολα να υποστηρίξει πως τα οικονομικά μέτρα τα οποία είναι αναγκαστικά (μας λένε) για την αποφυγή της πλήρους καταστροφής, είναι μέτρα τα οποία κάθε καπιταλιστικό κράτος που σέβεται τον εαυτό του θα ήθελε να περάσει. Μειώσεις μισθών, περικοπές επιδομάτων, μείωση κρατικών δαπανών, αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Ταυτόχρονα, μια διάχυτη ψυχολογία έκτακτης ανάγκης και μοντέρνου ολοκληρωτισμού. Οι κρίσιμες καταστάσεις απαιτούν κρίσιμα μέτρα, και στην τελική όποιος διαφωνεί, χωρίς να έχει μια σαφή εικόνα του τί προτείνει έναντι, καταδικάζει την κοινωνία σε μαρασμό. Υπάρχει μεγαλύτερη αντιστροφή της πραγματικότητας;

Οι καταστασιακοί του σήμερα (αν υπήρχαν) θα έγραφαν τόμους πάνω στην θεαματική διαχείριση μιας κρίσης που έχει αξιώσεις επιτακτικού και αναπάντεχου φαινομένου, αλλά στην καθημερινότητα μεταφράζεται σαν μια παμπάλαια κοινοτοπία που απέκτησε ρουτίνα.

Η ιστορία της μάνας που άφησε ενέχυρο το νεογέννητο της ώσπου να βρει τα απαραίτητα χρήματα για να το ανταλλάξει, κάνει μεγαλύτερη εντύπωση σήμερα όχι επειδή ήταν αδύνατο να συμβεί παλιότερα, αλλά γιατί ξαφνικά οι περισσότεροι μπορούν να φανταστούν ότι είναι εύκολο να βρεθείς σε αυτή την θέση. Αν όχι άμεσα, τότε δυνητικά. Η τρομοκρατία της ανταλλακτικής αξίας, του απαραίτητου αντίτιμου για την απόκτηση εμπορευμάτων, είναι παλιά ιστορία. Όταν όμως η φρικτή καθημερινότητα υπενθυμίζει πως εμπόρευμα δεν είναι μόνο το περιεχόμενο μιας γυαλιστερής βιτρίνας, αλλά και το παιδί σου, η συνειδητοποίηση αυτή οδηγεί σε παράκρουση. Ή μήπως όχι;

Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει ουδέν νεότερο από το μέτωπο. Οι ελπίδες που γεννιούνται πεθαίνουν -σχεδόν- αυτοστιγμεί, και αισιοδοξία βρίσκεις πλέον μοναχά σε εκείνους που είναι εντοιχισμένοι στην απομόνωση της ιδεολογίας. Οι υπόλοιποι, σπασμένοι, με μικρές δόσεις κατάθλιψης, γλιστράμε στους δρόμους και ψάχνουμε τις γωνίες που κάποτε μας γέμιζαν ικανοποίηση. Όλοι ξέρουμε όμως πως η απάντηση δεν βρίσκεται εκεί. Ας μας κάνουν τη χάρη λοιπόν όσοι ψάχνουν το μέλλον σε κάποιο ένδοξο παρελθόν.

5 Νοε 2011

Μ' ένα ρομαντικό τσιγάρο θα άλλαζα διάβολε κατεύθυνση


Κάποτε, είχαμε γράψει πως προτιμάμε να "κρατήσουμε για τον εαυτό μας ασφαλή απόσταση από την δικτατορία της άμεσης ικανοποίησης, την εμμονή του να τοποθετείσαι πάνω στην κάθε μαλακία που συμβαίνει (με αποτέλεσμα να ασχολείσαι μόνο με τις μαλακίες που συμβαίνουν) και την βιασύνη που συνοδεύει την δημοκρατική γραφή η οποία μετατρέπει τους πάντες ομοιόμορφα σε ακροατές." Οι πρόσφατες "εξελίξεις" επιβεβαίωσαν με τραγικότητα την παρελθοντική μας επιλογή.

Συνέβη κάτι συνταρακτικό; Όχι. Απλά. Η κυβέρνηση συνεχίζει ενισχυμένη (το αν θα φύγει ο Παπανδρέου ή όχι είναι τελείως αδιάφορο για όποιον/όποια έχει στοιχειώδη αυτο-σεβασμό), η ΝΔ αποκαλύφθηκε ότι τελικά δεν είναι και τόσο εναντίον του μνημονίου, η αριστερά ξεφτιλίστηκε ακόμα περισσότερο. Απίστευτες αποκαλύψεις. Σκάνδαλο. Έχουμε πραγματικά σοκαριστεί.

Διαβάσαμε αυτές τις μέρες αδιανόητες μαλακίες. Επίδοξοι δημοσιογραφίσκοι/bloggers έγραφαν, επεξεργάζονταν, προέβλεπαν. Ποιός θα κάνει πρώτος την σωστή ανάλυση. Βάλθηκαν όλοι να πείσουν πως ξέρουν τι συμβαίνει. Πως δεν μένουν πίσω. Δεν τρέχουν να προλάβουν τις εξελίξεις. Ένα πράγμα δεν ξέρουν όλοι αυτοί να κάνουν, ίσως και το πιο βασικό: να το βουλώνουν.

Με μια ταχυδακτυλουργική κίνηση, ξεχάστηκαν όσα έχουν κάποια σημασία και εστίασαν όλοι στην σκηνή, μπας και προλάβουν να δουν τους ηθοποιούς να αλλάζουν θέση. Μάταια φωνάζουμε πως δεν μας ενδιαφέρει το έργο. Αν είμαστε εδώ, δεν είναι από επιλογή μας, και αν παραμένουμε είναι μονάχα μπας και κάνουμε καμιά φασαρία, εδώ πίσω στην γαλαρία.

Σιγά σιγά, μετά το διαφημιστικό διάλλειμα και τις εξωτικές χορεύτριες, ξυπνάμε από το όνειρο και προσγειωνόμαστε στην έρημο του πραγματικού. Θα εξακολουθούμε να γινόμαστε φτωχότεροι. Θα εξακολουθούμε να αισθανόμαστε ολοένα και πιο υποτιμημένοι. Θα φτάσουμε στο σημείο να αναπολούμε με συγκίνηση τις εποχές που ήταν πολύ πιο έυκολο να αδιαφορούμε για το χρήμα, την εργασία, τον μαλακισμένο κόσμο τους. Τόσο χαμηλά. Κατά τα άλλα, παίζει και να γίνουν εκλογές κάποια στιγμή. Γαμώ.

23 Οκτ 2011

Ποιός ξέθαψε το τσεκούρι του πολέμου;



Αν στην Ελλάδα συγκεντρώνονται αυτήν την στιγμή όλες οι κοινωνικές αντιφάσεις της κρίσης του παγκόσμιου καπιταλισμού, η συμμαχία μεταξύ του αστικού και του γραφειοκρατικού ολοκληρωτισμού είναι ένα αναμενόμενο στάδιο. Εφόσον η πολιτική διαχείριση της κρίσης έχει αποφέρει μέχρι στιγμής μια συνεχιζόμενη αμφισβήτηση και απο-νομιμοποίηση της πολιτικής, που κινδυνεύει να εξωθήσει όσους έχουν συνείδηση της συστηματικής υποτίμησης της ζωής τους σε ανατρεπτικούς δρόμους, η οργάνωση της αντεπανάστασης αποκτά νέα βαρύτητα. Η στάση του ΚΚΕ κατά την διάρκεια της 48ωρης απεργίας του Οκτώβρη (σαν πρόβα την Τετάρτη, και σαν πρεμιέρα την Πέμπτη) ήταν ακριβώς να αποδείξει τόσο στο κοινοβουλευτικό συρφετό, όσο και στον κόσμο που διαδήλωνε, ότι έχει ακόμα την δυνατότητα να καταστέλλει αποτελεσματικά, όχι μόνο στο επίπεδο της προπαγάνδας, αλλά και στο επίπεδο του δρόμου.

Είναι πλέον αστείο να μιλάει κανείς για περιφρούρηση της πορείας απο το ΠΑΜΕ, ακόμα και αν δεν ήταν μπροστά για να θαυμάσει από κοντά την καφρίλα των σταλινικών. Τα ψέμματα του ΚΚΕ είναι τόσο αυτο-αναφορικά που προσπερνάνε με αξιοθαύμαστη αδιαφορία την ξεδιάντροπη αντίθεση με κάθε αλήθεια και πραγματικότητα. Αλλά τα λάθη τους είναι τόσο χονδροειδή όσο και τα μέσα που χρησιμοποιούν. Στην βιασύνη τους να διαχειριστούν τα αποτελέσματα της πολιτικής επιλογής τους να περιφρουρήσουν την βουλή, δεν πρόλαβαν ούτε καν να συνεννοηθούν σωστά με τους επίσημους εκπροσώπους του θεάματος,  ώστε να υπάρξει μια σύμπνοια στην εκ των υστέρων κατασκευή των γεγονότων. Έτσι, παρακολουθούσαμε έξαλλα και πανικόβλητα τα διάφορα φερέφωνα του ΚΚΕ στα δελτία ειδήσεων να προσπαθούν να αποτρέψουν τους διάφορους πρετεντέρηδες και λοιπούς υπαλλήλους από το να εκφράζουν τον θαυμασμό τους για το ΚΚΕ και τον ρόλο του στην περιφρούρηση της βουλής (και όχι της πορείας).

Υπό άλλες συνθήκες, και ίσως σε κάποια άλλη εποχή, που ο μηχανισμός της σταλινικής γραφειοκρατίας ήταν ακόμα σε πολύ καλύτερη φόρμα, στόχος τους θα ήταν λιγότερο το να γίνουν πιστευτοί, όσο το να είναι η μοναδική άποψη που κυκλοφορεί επίσημα. Αλλά ο αυτοματισμός αυτός είναι, δυστυχώς για τον Περισσό, στην ίδια κατάσταση αποσύνθεσης που είναι και το πτώμα του Στάλιν. Ο φανατισμός τους όμως δεν τους επιτρέπει να αναγνωρίσουν αυτήν την αποσύνθεση. Έχοντας  την εντύπωση πως ο κόσμος στον οποίο απευθύνονται έχει τα χαρακτηριστικά των μελών του κόμματος (είναι δηλαδή αποβλακωμένοι, ηλίθιοι και καχύποπτοι με κάθε τι που δεν έχει την σφραγίδα του κόμματος), καταλήγουν σε ένα βαθμό παραποίησης που θα έκανε ακόμα και τους εκπαιδευτές της KGB να τραβάνε τα βυζιά τους. Η απόγνωση τους δεν μπόρεσε να κρυφτεί έντεχνα, και ακόμα και η Παπαρήγα μιλούσε στα κανάλια με ένα άγχος που μόνο μια πρωτοετής φοιτήτρια που την εξετάζουν αδιάβαστη θα είχε.

Πως ξεδιπλώθηκε αυτή η παραποίηση; Το ΚΚΕ αποφάσισε να αντικαταστήσει την αστυνομία κατά την διάρκεια της πορείας, συνεργάστηκε επίσημα μαζί της, παρέδωσε κόσμο που ξυλοκόπησε στους μπάτσους, επιτέθηκε μαζί με τα ΜΑΤ στον κόσμο της διαδήλωσης, και βγήκε στο τέλος με ένα θράσος που μόνο σταλινικοί έχουν αποδείξει ότι κατέχουν, και υποστήριξε ότι όσοι επιτέθηκαν στις ορδές τους ήταν -τι άλλο- αστυνομικοί. 'Ενα κόμμα που έχει αποδείξει ιστορικά ότι έχει την καλύτερη σχέση με τον κρατικό μηχανισμό (ακόμα και όταν δεν τον ελέγχει), νιώθει σαν ψάρι μέσα στο νερό όταν κατασκευάζει ψέμματα. Την σκυτάλη της παραποίησης αυτής ανέλαβε ο Ριζοσπάστης, ο οποίος με μια σειρά φωτογραφίες (που μόνο αν είσαι λοβοτομημένος σε πείθουν για οτιδήποτε) βάλθηκε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Εστιάζοντας στις πιο απλές και ασήμαντες λεπτομέρειες, προσπάθησε να αποτρέψει την εξέταση της θεμελιώδους πραγματικότητας: ότι δεν υπάρχει κάτι πιο λογικό απο το να βλέπεις κόσμο που έχει επιλέξει να αντισταθεί να βρίζει και να επιτίθεται στους σταλινικούς. Και αυτό είναι το μοναδικό στοιχείο το οποίο χάλασε το σχετικά έτοιμο παραμύθι. Οι εκατοντάδες του κόσμου που δεν υπέκυψαν στις οργανωμένες και εξοπλισμένες ορδές των σταλινικών, και απάντησαν με τέτοιο τρόπο στις επιθέσεις που ανάγκασαν τελικά τους μπάτσους να παρέμβουν για να εξισορροπήσουν την κατάσταση.

Τα μέσα που χρησιμοποίησε το πλήθος για να απαντήσει στον κατασταλτικό μηχανισμό των ΚΝΑΤ μπορεί να μην βρίσκουν σύμφωνους όσους συμμετείχαν στην σύγκρουση, αλλά ακόμα προσπαθούμε να καταλάβουμε πως το να ανοίγεις κεφάλια με καδρόνια και πέτρες ή το να πετάς κόσμο από την οροφή του Τερκενλή στο κενό είναι περισσότερο δικαιολογήσιμες σαν επιλογές. Όσο και αν θέλουν κάποιοι να υποστηρίξουν το αντίθετο, ο κόσμος που αντιστάθηκε και επιτέθηκε στους σταλινικούς ήταν ο κόσμος της πορείας, ένα πλήθος χωρίς συνοχή. Δεν ήταν ένας κομματικός μηχανισμός που έχει την ευθύνη για την πολιτική επιλογή των κινήσεων του. Και αν πονάει κάτι το ΚΚΕ περισότερο από όλα, είναι το γεγονός πως για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, δεν κατάφερε να επιβληθεί στον δρόμο.

Η αισθητική απέχθεια του ΚΚΕ προς κάθε αλήθεια ξεπέρασε τα όρια της όμως με τον θάνατου του άτυχου οικοδόμου. Ένα κόμμα που έχει συνηθίσει να περιφρονεί τα ίδια του τα μέλη πάνω από οποιονδήποτε άλλο, έδειξε περίτρανα μέχρι που φτάνει η πολιτική του αλητεία. Ο θάνατος του οικοδόμου από τα δακρυγόνα των μπάτσων ήταν ένα γεγονός που μπορούσε να χαλάσει την σούπα της επίσημης ιστορίας που ξεφούρνιζε το κόμμα. Ο παραλογισμός όμως έφτασε στο απόλυτο κρεσέντο: δεν ήταν η αστυνομία που σκότωσε τον διαδηλωτή, αλλά οι επιθέσεις των κουκουλοφόρων, οι οποίες όμως (διαλαλεί το κόμμα) ήταν καθοδηγούμενες από την αστυνομία. Μια λογική που κάνει κύκλο, χωρίς βέβαια να εφάπτεται η αρχή με το τέλος γιατί απλά καταρρέει. Και έτσι απλά, με το βλέμμα στραμμένο εχθρικά προς το πλήθος, ο θάνατος ενός ανθρώπου σε μια διαδήλωση γίνεται ακόμα ένα σκαλοπάτι για να εντοιχιστεί βαθιά η νομιμότητα και η υπεράσπιση ενός συστήματος του οποίου οι υπήκοοι χωρίζονται ολοένα και περισσότερο σε δύο στρατόπεδα, το ένα εκ των οποίων επιθυμεί την καταστροφή του.

18 Οκτ 2011

γράμμα από το 1926







"Πλησιάζει η στιγμή που οι φουσκωμένες θάλασσες της αγανάκτησης θα ξεχυθούν στα παγωμένα ποτάμια, θα πλυμμηρίσουν, θα σκάψουν βαθιά την πετρωμένη χέρσα γη, θα σαρώσουν σύνορα, θα γκρεμίσουν τις εκκλησίες, θα πλύνουν τους λόφους απ' την αστική αυταρέσκεια, θα κλαδέψουν τις κορφές της αριστοκρατικής αναισθησίας, θα βυθίσουν τα φράγματα που η μειονότητα των εκμεταλλευτών στήνει στον δρόμο της εκμεταλλευόμενης μάζας, θα ξαναδώσουν στην ανθρωπότητα το μέλλον της γλιτώνοντας την απ' τους απαρχαιωμένους θεσμούς, τους θρησκευτικούς φόβους, το σοβινιστικό φανατισμό και όλα όσα διαιωνίζουν την εξαθλίωση των πολλών για το συμφέρον των δίποδων καρχαριών, για τις κυράτσες τους και όλη τους τη φάρα."

14 Οκτ 2011

schadenfreude



αν περπατάς χαμένος
μια βροχερή μέρα του φθινοπώρου
και νιώθεις πως χάνεται η βαρύτητα
και ούτε η ίδια σου η άρνηση δεν μπορεί να σε συνεφέρει
μην παριστάνεις τον μάγκα
εκεί κάτω υπάρχουν κάτι κορίτσια
που θα σε κάνουν κομμάτια...

Πρόσφατη ενασχόληση: βόλτα στα διάφορα blogs. Τσουπ, από το ένα στο δεύτερο, από εκεί ένα τρίτο και σίγουρα στο πέμπτο έχεις ξεχάσει από που ήρθες. Και συνεχίζεις. Μοναδικό εμπόδιο: τα δικά σου όρια. Ένα ακόμα δίκτυο σε ένα δικτυωμένο κόσμο. Κουκουλωμένος κάτω από ένα παμφάγο πάπλωμα, με την αλαζονεία του αρρώστου, ένας πυρετός κάνει τα βήματα κλικς και ανοίγουν σε παράλληλα παράθυρα ένα σωρό κόσμοι...Ένα σωρό; Μπα, μην τρελαίνεσαι. Ότι υπάρχει έξω υπάρχει και εδώ.

Η πιο πρόσφατη μόδα στην αθήνα είναι η κατάθλιψη. Έτσι είναι. Μια απαισιοδοξία παντού, που μόνο αυτή η εποχή μπορεί να γεννήσει. Μια παρακμή με ψήγματα ομορφιάς (μα καλά, πάντα έτσι δεν ήταν;). "Είμαστε σε ένα καμπαρέ", είπε μια φίλη, "λίγο πριν το ξέσπασμα του 2ου παγκοσμίου πολέμου."

Τα blogs, πιστά στην αναπαραγωγή της καθημερινής μας βαρεμάρας χωρίς προσχήματα, αντανακλούν την συνθήκη αυτή. Κάποια ξεφεύγουν λίγο, αν όχι από περιεχόμενο, τουλάχιστον σε στυλ. Όπως και να έχει, μπορεί να διαβάζεις για κάτι μίζερο, αλλά άλλη αίσθηση έχει το καλογραμμένο μίζερο.

Η θεματολογία μεγάλη όσο και κοινότοπη. Αβεβαιότητα για το μέλλον, αγωνία για το παρόν. Για τους ανθρώπους γύρω σου, τους κοντινούς, τους μακρινούς, τα κατοικίδια σου. Στοχασμοί πάνω στην μετανάστευση, αναστοχασμοί από ήδη μετανάστες. Ενοχικά σχόλια, χαζο-χαρούμενες πλακίτσες, παγωμένο χιουμοράκι. Κάπου-κάπου, στα πιο πολιτικοποιημένα blogs, ειλικρινείς απορίες: "μα γιατί δεν απεργούμε όλοι μαζί;" (που να σου εξηγώ...)

Οι καταστάσεις που περιγράφονται αγγίζουν λόγω εγγύτητας. Αν όχι άμεσης, τότε έμμεσης. Τι μέλει γενέσθαι, αναρωτιόμαστε φωναχτά. Σιγά σιγά αποκτάμε την ιδιότητα του ηδονοβλεψία: ξέρεις, όχι αυτουνού που παρακολουθεί μια ερωτική συνύπαρξη για να την βρεί, του άλλου, του χειρότερου. Εκείνου που ο φροϋντ αποκάλεσε χαιρέκακο. Να την βρίσκεις, δηλαδή, παρακολουθώντας την μιζέρια των άλλων. Δεν είναι ακριβώς πως την βρίσκεις, βέβαια, είναι περισσότερο πως έτσι ανομολόγητα, προτιμάς να διαβάζεις ιστορίες κατάπτωσης και όχι ευτυχίας. Σε τραβάνε. Λίγο όπως προτιμάς τα θρίλερ από τις χαζο-κομεντί. Καποιες φορές. Ειδικά τώρα όμως, που αυτές οι ιστορίες είναι τόσο κοντά στις δικές σου. Αυτή πήρε απόφαση να φύγει. Αυτός δεν ξέρει τι να γράψει, όταν επικρατούν τέτοιες καταστάσεις γύρω του. Εκείνη πιο πέρα έμεινε άνεργη και ξαφνικά άστεγη. Κλικ, κλικ, κλικ, παράθυρο και πακέτο. Εσώψυχα, εξώψυχα, ενδόμυχα, kuchen ψυχοθεραπεία σε προσιτές τιμές. Η εξάπλωση έχει να κάνει με την εγγύτητα, το είπαμε αυτό. Και δυστυχώς είναι αλήθεια.

Ποιός μπορεί να πει σήμερα πως δεν χρωστάει, τόσο ώστε το άγχος του αν θα καταφέρεις ποτέ να ξεπληρώσεις να μετατρέπεται σε μόνιμο; Ποιά μπορεί να πει πως δεν έχει σκεφτεί σοβαρά να φύγει για το εξωτερικό; Ποιός μπορεί να πει πως έχει σταθερή δουλειά; Πως την βγάζει τώρα, αλλά θα την βγάζει και αργότερα; Ποιά μπορεί να εγγυηθεί ότι οι δικοί της δεν θα πεινάσουν στο μέλλον; Ποιός δεν έχει νιώσει πως αυτή η μαλακία δεν λέει να τελειώσει;

Τι λείπει από όλα αυτά; Το ότι είναι αληθινά δεν τα κάνει, στην τελική, πλήρη. Τι λείπει λοιπόν;

Αυτό που έλειπε πάντα, θα έλεγαν κάποιοι. Αυτό που λείπει από την ίδια την ζωή που δεν ζει, που χρειάζεται μερικές φορές μεγεθυντικό φακό για να το προσεξεις, που για να μην περνάει στα ψιλά θέλει προσπάθεια. Και έλεος, δεν περνάνε στα ψιλα λόγω ΜΜΕ, είπαμε τώρα την πληροφόρηση την φτιάχνουμε εμείς, έτσι δεν είναι;

Λείπει, ας πούμε, μια ιστορία για μια πραγματικά ωραία βόλτα μιας βροχερής μέρας. Λείπει μια επανάληψη της τρελής φάσης που έκαναν κάποια κομάντα στην βέροια ένα βράδυ, επανασυνδέοντας το ρεύμα σε όσους το είχε κόψει η ΔΕΗ. Με οδηγίες σαφείς για το πως θα το κάνουμε και εμείς εδώ. Λείπει μια καθημερινή ιστορία τρέλας (ατομικής ή συλλογικής) για έμπρακτη αρνήση πληρωμών της κάθε μαλακίας που σκαρφίζονται με γεωμετρική ταχύτητα πλέον οι υπάλληλοι του κράτους. Ένα μικρό σε βεληνεκές αλλά μεγαλοπρεπές σε έκταση κωλοδάχτυλο. "Βρε δε πα να γαμηθείτε.."

Προτιμάμε την μιζέρια. Πάντα την προτιμούσαμε νομίζω. Είναι πιο εύκολη, έχει στυλ. Και βυθιζόμαστε κάθε μέρα σε ένα schadenfreude χωρίς τέλος. Μάλλον επειδή νομίζουμε πως όταν τελικά θα φτάσει και η ώρα μας, θα είμαστε προετοιμασμένοι.

4 Οκτ 2011

επίκαιρο σχόλιο του 1977


(αντιγραφη από το rioter.info)

 Συνέντευξη του Paul Mattick στη Lotta Continua 

(οικονομική κρίση & επαναστατική βία), 1977

 


Ερώτηση: Φαίνεται πως μπαίνουμε σε μια νέα περίοδο δριμείας οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Ποιά είναι τα νέα χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου, σε σύγκριση με εκείνην του 1930′;

Απάντηση: Η βασική αιτία της τρέχουσας κρίσης [1977] είναι η ίδια με κάθε προηγούμενη καπιταλιστική κρίση. Ωστόσο, κάθε κρίση έχει δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όσον αφορά το ξεκίνημά της, τις αντιδράσεις που προκαλεί, και το αποτέλεσμά τους. Η μεταβαλλόμενη διάρθρωση του κεφαλαίου είναι ο λόγος αυτών των ιδιαιτεροτήτων. Σε γενικές γραμμές, μια κρίση ακολουθεί μια περίοδο επιτυχούς συσσώρευσης κεφαλαίου, όπου τα κέρδη που παράγονται και πραγματοποιούνται είναι εφικτά να διατηρήσουν έναν δεδομένο ρυθμό επέκτασης. Αυτή η κατάσταση καπιταλιστικής ευφορίας απαιτεί μια ολοένα αυξανόμενη παραγωγικότητα της εργασίας, αρκετά μεγάλη ώστε να αντισταθμίσει τη σχετική μείωση της κερδοφορίας που προέκυψε απ’ την αναδιάρθρωση του κεφαλαίου. Το ανταγωνιστικό κι ως εκ τούτου τυφλό κυνήγι του κέρδους εκ μέρους κάθε μεμονωμένου κεφαλαίου δεν μπορεί παρά να αγνοήσει την μεταβαλλόμενη σύνθεση κεφαλαίου/εργασίας, τη σύνθεση του κοινωνικού κεφαλαίου. Η κρίση ξεσπά, όταν μια ραγδαία δυσαναλογία μεταξύ του απαιτούμενου ρυθμού κερδοφορίας του κοινωνικού κεφαλαίου και του αναγκαίου ρυθμού συσσώρευσης απαγορεύει την περαιτέρω επέκτασή του. Αυτή η υποβόσκουσα μα αψηλάφητη εμπειρικά απόκλιση έρχεται στο προσκήνιο με όρους αγορών, ως έλλειψη πραγματικής ζήτησης, κάτι που είναι μια άλλη έκφραση για την έλλειψη συσσώρευσης πάνω στην οποία συσσώρευση βασίζεται η πραγματική ζήτηση.

Οι πριν το 1930 περίοδοι ύφεσης, αντιμετωπίστηκαν με αποπληθωριστικές πολιτικές, δηλαδή, αφήνοντας τους “νόμους της αγοράς” να κάνουν τον κύκλο τους με την προσδοκία ότι αργά ή γρήγορα η φθίνουσα οικονομική δραστηριότητα θα αποκαθιστούσε την παλιά ισορροπία προσφοράς και ζήτησης κι έτσι να αναζωογονήσει την κερδοφορία του κεφαλαίου. Η κρίση του 1930 ωστόσο, ήταν τόσο βαθυά κι εκτεταμένη που απέτρεπε μια αντιμετώπισή της μ’ αυτόν τον παραδοσιακό τρόπο. Η απάντηση ήταν αυτήν τη φορά πληθωριστικές πολιτικές -δηλαδή, κυβερνητικές παρεμβάσεις στους μηχανισμούς της αγοράς, μέχρι το σημείο ενός παγκοσμίου πολέμου, ώστε να αναδιαρθρωθεί η παγκόσμια οικονομία μέσω μιας βίαιας συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, εις βάρος των πιο αδύναμων εθνικών κεφαλαίων, και μέσω της άπλετης καταστροφής κεφαλαίου τόσο σε νομισματική όσο και σε φυσική μορφή. Χρηματοδοτημένα μέσω των δημοσιονομικών ελλειμάτων, δηλαδή με πληθωριστικές μεθόδους, τα αποτελέσματα ήταν και πάλι αποπληθωριστικά, όμως σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα απ’ αυτήν που είχε επιτευχθεί ως τότε με την παθητική προσκόλληση στους “νόμους της αγοράς”. Η μακρά περίοδος ύφεσης και ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, και η συνεπαγόμενη τεράστια καταστροφή κεφαλαίου, δημιούργησε τις συνθήκες για μια εξαιρετικά μακροχρόνια περίοδο καπιταλιστικής επέκτασης στις πιο προηγμένες δυτικές χώρες.

Τόσο ο αποπληθωρισμός όσο και ο πληθωρισμός οδηγούσαν μετέπειτα στο ίδιο αποτέλεσμα, σε μια νέα άνοδο του κεφαλαίου, και συνεπώς χρησιμοποιήθηκαν εναλλάξ στις προσπάθειες διασφάλισης της καινούριας οικονομικής και κοινωνικής σταθερότητας. Αναμφίβολα, είναι εφικτό μέσω χρηματοδότησης του ελείμματος, δηλαδή μέσω πίστωσης, να ζωογονηθεί μια στάσιμη οικονομία. Αλλά δεν είναι δυνατόν να διατηρηθεί ο ρυθμός κερδοφορίας του κεφαλαίου καθ’ αυτόν τον τρόπο και κατά συνέπεια να διαιωνιστούν οι συνθήκες της ευημερίας. Ήταν λοιπόν απλά θέμα χρόνου μέχρι ο μηχανισμών των κρίσεων της καπιταλιστικής παραγωγής να επιβεβαιωθεί ξανά. Είναι προφανές ότι η απλή διαθεσιμότητα πίστωσης ώστε να επεκταθεί η παραγωγή δεν αποτελεί λύση για την κρίση, αλλά μια εφήμερη αντανακλαστική πολιτική με μόνο προσωρινά “θετικά” αποτελέσματα. Αν δεν ακολουθηθεί από μια αυθεντική ανάκαμψη του κεφαλαίου, με βάση μεγαλύτερη κερδοφορία, είναι αναγκασμένη να καταρρεύσει από μόνη της. Το “Κεϋνσιανό αντίδοτο” έχει οδηγήσει απλώς σε μια νέα κατάσταση κρίσης με αυξανόμενη ανεργία και αύξοντα πληθωρισμό -και τα δυο εξίσου επιζήμια για το καπιταλιστικό σύστημα.

Η παρούσα κρίση δεν έχει φτάσει ακόμα το επίπεδο των αναταραχών που, στη δεκαετία του 1930, οδήγησαν απ’ την ύφεση στον πόλεμο. Παρά το ότι δεν μπορούν να ξεπεράσουν την τρέχουσα κρίση, τα μέτρα για την αντιμετώπιση της ύφεσης ανακουφίζουν σε κάποιον βαθμό την κοινωνική αθλιότητα που προκαλείται απ’ την πτώση της οικονομικής δραστηριότητας. Όμως, σε μια στάσιμη καπιταλιστική οικονομία, αυτά τα μέτρα γίνονται τα ίδια παράγοντες περαιτέρω επιδείνωσης. Καθιστούν πιο δύσκολη την ανάκτηση ενός οριακού σημείου για μια νέα άνοδο. Επίσης, ο βαθμός της διεθνούς “ενσωμάτωσης” της καπιταλιστικής οικονομίας, μέσω των φιλελεύθερων εμπορικών πολιτικών και των νομισματικών συμφωνιών, υπονομεύεται σταθερά από το βάθεμα της ύφεσης. Τάσεις προστατευτισμού διαταράσσουν την παγκόσμια αγορά ακόμη περισσότερο. Καθώς η ύφεση δεν μπορεί να ξεπεραστεί, παρά μόνον εις βάρος του εργαζόμενου πληθυσμού, η αστική τάξη θα πρέπει να δοκιμάσει όλα τα διαθέσιμα μέσα, οικονομικά όσο και πολιτικά, προκειμένου να υποβαθμίσει το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων. Η άυξηση της ανεργίας, αν και βοηθά, δεν είναι ικανή να περικόψει αποτελεσματικά τους μισθούς και να αυξήσει την κερδοφορία του κεφαλαίου. Τα εισοδήματα όλων των στρωμάτων της κοινωνίας πλην των καπιταλιστικών θα πρέπει να μειωθούν, η λεγόμενη κοινωνική πρόνοια να συρρικνωθεί, σε μια προσπάθεια να αυξηθεί η κερδοφορία του κεφαλαίου πάνω από ένα νέο όριο που θα επιτρέπει την περαιτέρω επέκταση. Αν και ένα γρήγορο ανέβασμα του πληθωρισμού έχει ένα τέτοιο αποτέλεσμα, είναι περιορισμένο λόγω της αύξουσας αναρχίας της καπιταλιστικής παραγωγής και της κοινωνίας εν γένει. Ως μόνιμη πολιτική θα μπορούσε να απειλήσει την ίδια την ύπαρξη του συστήματος.


Ερώτηση: Σ’ αυτά τα πλαίσια, πώς βλέπετε τον ρόλο της Αριστεράς, και ιδιαίτερα του Κομμουνιστικού Κόμματος; Ποιά η έννοια του ευρωκομμουνισμού;

Απάντηση: Πρέπει να διακρίνει κανείς μεταξύ μιας “αντικειμενικά αριστεράς” στην κοινωνία, που είναι το προλεταριάτο ως τέτοιο, και της οργανωμένης αριστεράς που δεν είναι απαραίτητα προλεταριακής φύσης. Μέσα στην οργανωμένη αριστερά, σε κάθε περίπτωση στην Ιταλία, το ΚΚ κρατά την κυρίαρχη θέση. Σ’ αυτήν τη συγκεκριμένη στιγμή, πιθανότατα καθορίζει τις “αριστερές πολιτικές” παρά την αντίθεση άλλων οργανώσεων στα αριστερά ή τα δεξιά του. Αλλά το ΚΚ δεν είναι μια κομμουνιστική οργάνωση με την παραδοσιακή έννοια. Εδώ και καιρό έχει μετατραπεί σε έναν σοσιαλδημοκρατικό σχηματισμό, ένα ρεφορμιστικό κόμμα, που βρίσκεται σαν στο σπίτι του εντός του καπιταλιστικού συστήματος κι ως εκ τούτου προσφέρει τον εαυτό του ως μηχανισμό στήριξης. Πρακτικά, υπάρχει για να εξυπηρετεί τις αστικές φιλοδοξίες της ηγεσίας του και τις ανάγκες της γραφειοκρατίας του, μεσολαβώντας μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου προκειμένου να διασφαλίσει την τρέχουσα κατάσταση πραγμάτων. Το γεγονός της μεγάλης εργατικής βάσης του είναι ενδεικτικό της ανετοιμότητας ή της απροθυμίας των εργαζομένων να ανατρέψουν το καπιταλιστικό σύστημα, και του πόθου τους, αντ’ αυτού, να βολευτούν μέσα σ’ αυτό. Η ψευδαίσθηση ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό, ενισχύει τις καιροσκοπικές πολιτικές του ΚΚ. Επειδή μια παρατεταμένη ύφεση, θα απειλούσε να τινάξει στον αέρα το καπιταλιστικό σύστημα, είναι ουσιώδες για το ΚΚ, όπως και για κάθε άλλη ρεφορμιστική οργάνωση, να βοηθήσει την αστική τάξη να ξεπεράσει τις συνθήκες της κρίσης. Κατά συνέπεια, είναι αναγκασμένοι να εμποδίζουν τις δράσεις της εργατικής τάξης που θα μπορούσαν να καθυστερήσουν, ή να εμποδίσουν μια καπιταλιστική ανάκαμψη. Οι ρεφορμιστικές και καιροσκοπικές πολιτικές τους αποκτούν έναν ανοιχτά αντεπαναστατικό χαρακτήρα μόλις το σύστημα τίθεται σε κίνδυνο από τις δραστηριότητες της εργατικής τάξης που δεν μπορούν να ικανοποιηθούν εντός του καπιταλιστικού συστήματος σε συνθήκες κρίσης.

Ο “Ευρωκομμουνισμός” που πλασάρει το ΚΚ είναι άνευ νοήματος, καθώς ο κομμουνισμός δεν είναι γεωγραφική αλλά κοινωνική κατηγορία. Αυτός ο κενός όρος σηματοδοτεί  μια προσπάθεια εκ μέρους των ευρωπαϊκών κομμουνιστικών κομμάτων να διαφοροποιήσουν τις σημερινές πολιτικές τους απ’ αυτές του παρελθόντος. Αποτελεί μια δήλωση ότι ο παλιός και ξεχασμένος στόχος του κρατικού καπιταλισμού, έχει εγκαταληφθεί προς όφελος μιας μεικτής οικονομίας του σημερινού καπιταλισμού. Ο “Ευρωκομμουνισμός” είναι ένα αίτημα για επίσημη αναγνώριση και πλήρη ενσωμάτωση στο καπιταλιστικό σύστημα, που συνεπάγεται φυσικά, μια ενσωμάτωση στα διάφορα έθνη-κράτη που απαρτίζουν την ευρωπαϊκή ζώνη. Είναι ένα αίτημα για περισσότερες “αρμοδιότητες” εντός του πλαισίου του καπιταλιστικού συστήματος και των κυβερνήσεών του, και μια δέσμευση να μη διαταράξουν έναν ελάχιστο βαθμό συνεργασίας μεταξύ των καπιταλιστικών εθνών στα ευρωπαϊκά πλαίσια, καθώς και να απέχουν από κάθε είδους δραστηριότητα που μπορεί να διαταράξει τη φαινομενική συναίνεση μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Δε συνεπάγεται μια ριζική ρήξη με τις κρατικοκαπιταλιστικές χώρες του κόσμου, αλλά απλώς τη διαπίστωση ότι κι αυτές οι χώρες επίσης, δεν ενδιαφέρονται για την επέκταση του κρατικοκαπιταλιστικού συστήματος με επαναστατικά μέσα, αλλά μάλλον για μια πλήρη ενσωμάτωση στην καπιταλιστική παγκόσμια αγορά, παρά τις υπόλοιπες κοινωνικο-οικονομικές διαφορές μεταξύ των συστημάτων του ιδιωτικού και του κρατικού καπιταλισμού.


Ερώτηση: Τί δυνατότητες υπάρχουν για επαναστατική δράση, ή για δράση προετοιμασίας για μια μελλοντική επανάσταση; Ποιές δυνατότητες βλέπετε στους εργάτες, τους ανέργους, τους φοιτητές, τις ακροαριστερές ομάδες;

Απάντηση: Οι επαναστατικές δράσεις στρέφονται κατά του συστήματος ως σύνολο – για την ανατροπή του. Αυτό προϋποθέτει μια γενική αποδιοργάνωση της κοινωνίας, η οποία ξεφεύγει από κάθε πολιτικό έλεγχο. Μέχρι στιγμής, τέτοιες επαναστατικές δράσεις έχουν συμβεί μόνο σε σχέση με κοινωνικές καταστροφές, όπως αυτές που εξαπέλυσαν χαμένοι πόλεμοι και οι σχετικές οικονομικές καταρρεύσεις. Αυτό δε σημαίνει ότι τέτοιες καταστάσεις αποτελούν και απόλυτες προϋποθέσεις για την επανάσταση, αλλά είναι ενδεικτικό του βαθμού της κοινωνικής αποσύνθεσης που προηγείται των επαναστατικών ξεσηκωμών. Η επανάσταση πρέπει να περιλαμβάνει την πλειοψηφία του ενεργού πληθυσμού. Δεν είναι κάποια ιδεολογία αλλά η αναγκαιότητα που θέτει τις μάζες σε επαναστατική κίνηση. Οι δραστηριότητες που προκύπτουν παράγουν τη δική τους επαναστατική ιδεολογία, δηλαδή μια αντίληψη του τί πρέπει να γίνει για να νικήσει ο αγώνας ενάντια στους υπερασπιστές του συστήματος. Προς το παρόν, οι πιθανότητες για επαναστατική δράση είναι εξαιρετικά χαμηλές, καθώς οι πιθανότητες επιτυχίας είναι πρακτικά μηδαμινές. Χαρις στις προηγούμενες εμπειρίες, οι άρχουσες τάξεις περιμένουν μια επαναστατική δραστηριότητα και έχουν εξοπλιστεί καταλλήλως. Η στρατιωτική ισχύς τους δεν απειλείται ακόμα από εσωτερική λιποταξία. Πολιτικά έχουν ακόμα την υποστήριξη των μεγάλων εργατικών οργανώσεων και της πλειοψηφίας του πληθυσμού. Δεν έχουν εξαντλήσει ακόμα τους μηχανισμούς χειραγώγησης της οικονομίας, και παρά τον αύξοντα διεθνή ανταγωνισμό για τα συρρικνούμενα κέρδη της οικονομίας της εργασίας, είναι ενωμένοι παγκόσμια ενάντια στις προλεταριακές εξεγέρσεις οπουδήποτε κι αν συμβούν. Σ’ αυτό το κοινό μέτωπο βρίσκονται επίσης τα λεγόμενα σοσιαλιστικά καθεστώτα, προκειμένου να υπερασπιστούν τις δικές τους ταξικές σχέσεις εκμετάλλευσης.

Ενώ μια σοσιαλιστική επανάσταση σ’ αυτό το στάδιο ανάπτυξης φαίνεται κάτι παραπάνω από αμφίβολη, το σύνολο των δραστηριοτήτων που αναλαμβάνει η εργατική τάξη για να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της διαθέτουν έναν εν δυνάμει επαναστατικό χαρακτήρα καθώς ο καπιταλισμός περνάει σε μια κατάσταση παρακμής που ενδέχεται να διαρκέσει για αρκετό καιρό. Κανείς δεν είναι ικανός να προβλέψει τις διαστάσεις της ύφεσης λόγω έλλειψης των σχετικών δεδομένων. Όμως ο καθένας έρχεται αντιμέτωπος με την πραγματική κρίση και αναγκάζεται ν’ αντιδράσει σ’ αυτήν, η αστική τάξη το κάνει με τον τρόπο της, η εργατική τάξη με αντίθετους τρόπους. Σε περιόδους σχετικής οικονομικής σταθερότητας ο αγώνας των εργαζομένων επιταχύνει τη συσσώρευση του κεφαλαίου, αναγκάζοντας την αστική τάξη να υιοθετήσει πιο αποτελεσματικούς τρόπους αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας, προκειμένου να διατηρήσει το απαραίτητο ποσοστό κέρδους. Οι μισθοί μπορεί να αυξάνονται μαζί με τα κέρδη, χωρίς κάτι τέτοιο να διαταράσσει την επέκταση του κεφαλαίου. Μια ύφεση όμως, φέρνει αυτήν την ταυτόχρονη (αν και δυσανάλογη) αύξηση μισθών και κερδών σ’ ένα τέλμα. Η κερδοφορία του κεφαλαίου πρέπει να αποκατασταθεί προτού η συσσωρευτική διαδικασία μπορέσει να συνεχιστεί. Η πάλη μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου τώρα αγκαλιάζει την ίδια την ύπαρξη του συστήματος, προσδεδεμένο καθώς είναι στη διαρκή επέκταση. Αντικειμενικά, η κανονική οικονομική πάλη παίρνει επαναστατικές προεκτάσεις κι έτσι, πολιτικές μορφές, καθώς μια τάξη μπορεί να πετύχει κάτι μόνο εις βάρος της άλλης. Η εργατική τάξη δε χρειάζεται να αντιλαμβάνεται τον αγώνα της ως τον δρόμο προς την επανάσταση, εντός μιας κατάστασης επίμονης καπιταλιστικής παρακμής ο αγώνας της παίρνει επαναστατική χροιά, άσχετα από κάθε συνειδητοποίηση.

Φυσικά, οι εργαζόμενοι μπορεί να είναι έτοιμοι ν’ αποδεχθούν, εντός κάποιων ορίων, ένα ολοένα και μικρότερο μερίδιο του κοινωνικού προϊόντος, έστω και μόνο για να αποφύγουν τα δεινά μιας ανοιχτής σύγκρουσης με την αστική τάξη και το κράτος της. Όμως αυτό δεν είναι αρκετό για να φέρει μια νέα οικονομική ανάκαμψη κι ως εκ τούτου δεν είναι αρκετό για να κάμψει την διογκούμενη ανεργία. Αυτό το χάσμα μεταξύ εργαζομένων και ανέργων, αν και αποτελεί αναγκαιότητα για το κεφάλαιο, αποβαίνει πραγματικό δίλημμα για τον καπιταλισμό, φέροντας μια σταθερά αυξανόμενη ανεργία σε συνθήκες οικονομικής στασιμότητας και παρακμής. Αν κάποιος επιθυμεί να προτείνει στους εργαζόμενους πώς να αντιδράσουν στο βάθεμα της κρίσης, το μόνο που θα αρκούσε να πεί θα ήταν να οργανωθούν τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι άνεργοι σε οργανώσεις υπό τον δικό τους άμεσο έλεγχο, και να αγωνιστούν για τις άμεσες ανάγκες τους, ασχέτως της κατάστασης της οικονομίας και της ταξικής συνεργασίας του επίσημου συνδικαλιστικού κινήματος. Με άλλα λόγια, να αγωνιστούν στην πάλη των τάξεων όπως αγωνίζεται η αστική τάξη. Το πλεονέκτημα είναι με την πλευρά της αστικής τάξης, καθώς ο κρατικός μηχανισμός μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο από μια ισχυρότερη δύναμη, που, αρχικά τουλάχιστον, μπορεί να είναι η διαρκής διαταραχή της παραγωγικής διαδικασίας, που αποτελεί τη βάση κάθε καπιταλιστικής εξουσίας, και οι ακατάβλητες δραστηριότητες των ανέργων να πάρουν απ’ την αστική τάξη τα μέσα της επιβίωσής τους. Όσον αφορά τους ριζοσπάστες φοιτητές και τις επαναστατικές ομάδες, προκειμένου να είναι αποτελεσματικές, πρέπει να διαχέονται στα κινήματα των εργαζομένων και των ανέργων. Όχι για να προπαγανδίσουν κάποιο ιδιαίτερο δικό τους πρόγραμμα, αλλά για να εκφράζουν σε κάθε περίπτωση το νόημα της επικείμενης ταξικής πάλης και τις κατευθύνσεις που πρέπει να πάρει λόγω των εγγενών νόμων της καπιταλιστικής παραγωγής.

Ερώτηση: Ποιό ρόλο αποδίδετε στη βία, και συγκεκριμένα στον ένοπλο αγώνα, στη ριζοσπαστική δραστηριότητα;

Απάντηση: Δεν πρόκειται για ένα ερώτημα που μπορεί να απαντηθεί αποδίδοντας στη βία έναν θετικό ή έναν αρνητικό ρόλο. Η βία είναι εγγενής στο σύστημα κι ως εκ τούτου αναγκαία τόσο για το κεφάλαιο όσο και για την εργασία. Έτσι, η αστική τάξη μπορεί να υπάρξει μόνο χάρη στην έλεγχο επί των μέσων παραγωγής, είναι λοιπόν υποχρεωμένη να υπερασπιστεί αυτόν τον έλεγχό της με μέσα όχι αποκλειστικά οικονομικά, μέσω του μονοπωλίου της επί των μέσων καταστολής επίσης. Ήδη μια άρνηση της εργασίας καθιστά την κατοχή των μέσων παραγωγής άνευ νοήματος, καθώς δεν είναι παρά η διαδικασία της εργασίας που παράγει καπιταλιστικό κέρδος. Ένας “καθαρά οικονομικός” αγώνας μεταξύ της εργασίας και του κεφαλαίου είναι λοιπόν εκτός της συζήτησης. Η αστική τάξη θα συμπληρώνει πάντα με βία αυτόν τον αγώνα όποτε νιώθει πως η ύπαρξή του απειλεί σοβαρά την κερδοφορία του κεφαλαίου. Δεν επιτρέπει η ίδια στους εργάτες να επιλέξουν μεταξύ μή βίαιων και βίαιων μεθόδων ταξικού αγώνα. Είναι η αστική τάξη, έχοντας στα χέρια της τον κρατικό μηχανισμό, που αποφασίζει τί απ’ τα δύο θα ισχύσει σε κάθε περίπτωση. Η βία μπορεί να απαντηθεί μόνο με βία, ακόμα κι αν τα όπλα που επιστρατεύονται είναι εξαιρετικά άνισα. Δεν τίθεται θέμα αρχών εδώ, είναι απλά η πραγματικότητα της κοινωνικής ταξικής δομής.

Ωστόσο, το ζήτημα που μπαίνει εδώ είναι εάν τα ριζοσπαστικά στοιχεία στους αντικαπιταλιστικούς αγώνες θα πρέπει να πάρουν την πρωτοβουλία στη χρήση βίας, αντί να αφήσουν την απόφαση στην αστική τάξη και τους μισθοφόρους της. Μπορεί να υπάρξουν καταστάσεις, φυσικά, που η αστική τάξη θα πιαστεί απροετοίμαστη κι όπου μια βίαιη σύγκρουση με τις ένοπλες δυνάμεις της μπορεί να οφελήσει τους επαναστάτες. Όμως ολόκληρη η ιστορία των ριζοσπαστικών κινημάτων δείχνει καθαρά πως τέτοια τυχαία συμβάντα δεν έχουν σταθερό αποτέλεσμα. Με στρατιωτικούς όρους, η αστική τάξη θα έχει πάντοτε το πάνω χέρι, εκτός εάν το επαναστατικό κίνημα πάρει τέτοιες διαστάσεις που να επηρεάζει τον ίδιο τον κρατικό μηχανισμό, διχάζοντας ή διαλύοντας τις ένοπλες δυνάμεις του. Είναι μόνο σε συνδυασμό με τα μεγάλα μαζικά κινήματα, που διαταράσσουν ολοκληρωτικά τον κοινωνικό ιστό, που γίνεται εφικτό να αποσπάσει τα μέσα καταστολής και μαζί τους τα μέσα παραγωγής από τις άρχουσες τάξεις.

Η ματαιότητα της άνισης στρατιωτικής αντιπαράθεσης δε στάθηκε ποτέ ικανή από μόνη της να αποτρέψει τη διεξαγωγή τους. Εγείρονται ωστόσο καταστάσεις, όπου τέτοιες αντιπαραθέσεις δίνουν το έναυσμα για σπουδαιότερα πράγματα και μπορεί να οδηγήσουν σε μαζικά κινήματα, όπως είναι γενικά οι προϋποθέσεις για την επαναστατική βία. Είναι γι αυτόν τον λόγο που είναι τόσο επικίνδυνο να επιμένει κανείς πάνω στην μη-βία και να καθιστά τη βία αποκλειστικό προνόμιο της άρχουσας τάξης. Όμως εδώ μιλούμε για κρίσιμες καταστάσεις, όχι σαν αυτές που υφίστανται σήμερα [1977] στις καπιταλιστικές χώρες, κι επίσης για ευρείες και ικανώς εξοπλισμένες ένοπλες δυνάμεις ικανές να διεξάγουν τον αγώνα τους για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα. Απουσία τέτοιων κρίσιμων καταστάσεων, οι δράσεις αυτές δεν είναι τίποτα παραπάνω από συλλογικές αυτοκτονίες, καθόλου ανεπιθύμητες για την αστική τάξη. Μπορεί μάλιστα να τις εκτιμήσει σε ηθικό ή αισθητικό επίπεδο, παρολαυτά δεν εξυπηρετούν τους σκοπούς της προλεταριακής επανάστασης, παρά μόνο την αναζήτηση μιας θέσης στο επαναστατικό φολκόρ.

Για τους επαναστάτες είναι ψυχολογικά αρκετά δύσκολο, αν όχι απίθανο, να υψώσουν τις φωνές τους ενάντια στην μάταιη εφαρμογή της “επαναστατική δικαιοσύνης” από τερροριστικές ομάδες και άτομα. Ακόμα και ο Μαρξ, που απεχθανόταν κάθε μορφή μηδενιστικής δράσης, δεν μπορούσε να αποφύγει να συνεπαρθεί από τα τερροριστικά χτυπήματα της ρωσσικής “Λαϊκής Θέλησης”. Πράγματι, η αντι-τρομοκρατία των επαναστατικών ομάδων δεν μπορεί να αποφευχθεί απλά και μόνο αναγνωρίζοντας την ματαιότητά της. Οι δράστες της δεν κινητοποιούνται απ’ την πεποίθηση ότι οι δράσεις τους θα οδηγήσουν άμεσα στην κοινωνική αλλαγή, αλλά απ’ την ανικανότητά τους να αποδεχθούν το αδιαμφισβήτητο της διαρκούς τρομοκρατίας της αστικής τάξης. Κι απ’ τη στιγμή που θα εμπλακούν στην παράνομη τρομοκρατία, οι νόμιμες τρομοκρατικές δυνάμεις θα τους αναγκάσουν να συνεχίσουν τις δράσεις τους μέχρι το πικρό τέλος. Αυτός ο τύπος ανθρώπων είναι ο ίδιος προϊόν της ταξικά διαχωρισμένης κοινωνίας και μια απάντηση στην αύξουσα αποκτήνωσή της. Δεν υπάρχει νόημα στη διαμόρφωση μιας συναίνεσης με την αστική τάξη, και την καταδίκη των δράσεών τους από προλεταριακή προοπτική. Είναι αρκετό να αναγνωρίσουμε την ματαιότητά τους και να αναζητήσουμε πιο αποτελεσματικούς τρόπους ξεπεράσματος του πανταχού παρόντα καπιταλιστικού τρόμου, μέσα από τις ταξικές δραστηριότητες του προλεταριάτου.

17 Σεπ 2011

Η ελευθερία όπως την ξέρουν


"Οι άνθρωποι έχουν τόσο χειραγωγήσει την έννοια της ελευθερίας ώστε στο τέλος να φτάνει να σημαίνει το δικαίωμα των ισχυροτέρων και των πλουσιοτέρων να παίρνουν απ' τους πιο αδύναμους και φτωχότερους ό,τι έχουν ακόμα στα χέρια τους. Οι προσπάθειες να αλλάξει αυτό αντιμετωπίζονται ως αξιόμεμπτες εισβολές στον χώρο της ίδιας της ατομικότητας που, με την λογική της ελευθερίας αυτής, έχει αποσυντεθεί σε ένα διαχειριστικού τύπου κενό. Αλλά το αντικειμενικό πνεύμα της γλώσσας γνωρίζει καλύτερα. Τα γερμανικά και τα αγγλικά κρατούν την λέξη "ελεύθερο" για πράγματα και υπηρεσίες που δεν κοστίζουν τίποτε. Πέρα απ' την κριτική της πολιτικής οικονομίας, αυτό μαρτυρά την ανελευθερία που ενυπάρχει στην ίδια την ανταλλακτική σχέση· δεν υπάρχει ελευθερία όσο τα πάντα έχουν την τιμή τους, και στην πραγμοποιημένη κοινωνία τα πράγματα που εξαιρούνται από τον μηχανισμό των τιμών υπάρχουν μόνο ως αξιοθρήνητα απομεινάρια. Με μια προσεκτικότερη εξέταση ανακαλύπτεται ότι και αυτά έχουν τελικά την τιμή τους, ότι είναι προσφορές που δίνονται πακέτο με εμπορεύματα ή τουλάχιστο με την ωμή κυριαρχία: τα πάρκα κάνουν τις φυλακές περισσότερο ανεκτές για αυτούς που δεν είναι κλεισμένοι σ' αυτές. Για ανθρώπους με ελεύθερο, αυθόρμητο, ήρεμο και ατάραχο χαρακτήρα όμως, για αυτούς που αντλούν την ελευθερία ως προνόμιο απ' την ανελευθερία, η γλώσσα επιφυλάσσει σε ετοιμότητα ένα κατάλληλο όνομα: αυτό της αναίδειας."
 
"Μηνύματα μέσα σε μπουκάλι"
Th. Adorno

12 Ιουλ 2011

σημείωση από το canto cxvii

Αγάπη μου, αγάπη μου

τι αγαπώ;
    
         και που είσαι εσύ;

Γιατί έχασα το κέντρο μου
         πολεμώντας τον κόσμο

Τα όνειρα γκρεμίζονται
               και συγκρούονται

και εγώ προσπάθησα να φτιάξω
                  
ένα paradiso terrestre

5 Ιουλ 2011

Άκου, κατάλαβε, και μετά πες δεν καταλαβαίνω



Υπήρχε περίπτωση να μην ψηφιστεί το μεσοπρόθεσμο; Αδύνατο. Χωρίς καλά-καλά να έχεις διαβάσει τι πραγματεύεται, μόνο και μόνο από την φιλολογία που το περιβάλλει, γνωρίζεις πως διακυβεύονται πολλά. Αλλά ας μην γελιόμαστε. Δεν διακυβεύεται ούτε η χρεοκοπία της ελλάδας, ούτε η δυνατότητα αποπληρωμής του χρέους, ούτε καν η αναδιάρθρωση της οικονομίας. Αυτό που διακυβεύεται είναι η επιβίωση ενός συστήματος που δεν έχει να κάνει ούτε με οικονομικές ανοησίες, ούτε με μακρο-οικονομικές εξυπνάδες.

Το μεγαλύτερο ψέμα που έχουν καταφέρει είναι πως μας έχουν πείσει πως δεν μπορούμε καν να καταλάβουμε τις ίδιες μας τις ζωές. Όχι. Χρειάζονται κάποιοι ειδικοί, οικονομολόγοι/δημοσιογράφοι/αναλυτές. Ίσα-ισα για να μας εξηγήσουν πως ό,τι σκεφτόμαστε, ό,τι ελπίζουμε, ό,τι περιμένουμε, είναι λάθος. Και οποιαδήποτε επιθυμία έχουμε, καλό είναι να ξεχαστεί. Γιατί υπάρχουν spreads, τόκοι, χρέη, δαπάνες, σπατάλες, κακο-διαχείριση. Απλά πράγματα: το χρήμα και η κοινότητα του. Το εμπορευμα και η εργασία. Οι ίδιες μας οι ζωές δεν έχουν νόημα, και δεν μπορείς να πείσεις πια κανέναν για το αντίθετο. Είσαι απλά από αυτούς που δεν καταλαβαίνουν και που πιθανότατα, μέσα σε αυτήν την άγνοια, οδηγείς την χώρα στην καταστροφή.

Αυτό που διακυβευόταν με το μεσοπρόθεσμο δεν ήταν η επιβίωση του κυβέρνησης του Πασοκ, ούτε και των συγκεκριμένων υπουργών της. Δεν ήταν ούτε καν το μέλλον της χώρας και του δημοσίου πλούτου της (αδιαφορώντας προς στιγμή για το γεγονός πως το μοναδικό κομμάτι του εθνικού πλούτου που ανήκει πραγματικά στον λαό του είναι το χρέος). Αν δεν περνούσε το μεσοπρόθεσμο, σταματούσαν όλα. Διαταρασσόταν η εύθραυστη ισορροπία αυτού του κόσμου. Έπαυε να έχει ισχύ αυτή η μικρή εξίσωση που λύνει και δένει τα πάντα: το κράτος αποφασίζει, εσύ το βουλώνεις. Ποιός μπορεί πραγματικά να φανταστεί τις συνέπειες που θα προέκυπταν από την αδυναμία υπερ-ψήφισης του μεσοπρόθεσμου; Σε συγκεκριμένο (concrete) επίπεδο, κάποια άλλη διέξοδο θα σκαρφιζόντουσαν. Πιο ήπια μέτρα, μεγαλύτερο χρόνο προσαρμογής, νέα δάνεια, νέο σχέδιο Marshall. Σε αφηρημένο (abstract) επίπεδο όμως; Πως μπορεί να ανεχτεί το κράτος και η οικονομία του, που μας έχει καταδικάσει σε τέτοια έλλειψη ζωής, να το κοροιδεύουμε γελώντας με την ψυχή μας; Δεν μας ενδιαφέρει ούτε να κοπούν οι μισθοί, ούτε να περικοπούν τα επιδόματα, ούτε να ανέβει το ΦΠΑ, ούτε να κατέβει το βιωτικό επίπεδο, ούτε να σωθεί η χώρα, ούτε να μην πουλήσουν τις γαμημένες τις παραλίες και τις "ομορφιές" της ελλάδας. Δεν μας ενδιαφέρει τίποτα από όλες αυτές τις μαλακίες. Μας ενδιαφέρει να έχουμε την δυνατότητα να παραμένουμε πραγματικά ανθρώπινοι μέσα στο απάνθρωπο, να μην μας παρασύρουν μέσα στην κόλαση τους. Απλά όλες οι αποφάσεις που παίρνουν, βρίσκονται σε άμεση αντιπαράθεση με αυτή την απλή επιθυμία.

Μια ανάσα χαλαρή, μακριά από τον θόρυβο και τα δακρυγόνα, έφτανε για να γίνει αυτό κατανοητό. Υπήρξε αυτή η κρίσιμη μάζα, ικανή να κάνει τέτοια βουτιά στην ιστορία, χωρίς καλά-καλά να έχει καταλάβει τι αποτολμάει; Από ότι φαίνεται όχι, αλλά αυτό δεν αλλάζει πολλά. Η μόνη ήττα που βιώσαμε ήταν στρατιωτική, και τελικά ίσως να μην έχει και σημασία, γιατί δεν είμαστε στρατιώτες. Η ρωγμή που ξεγλίστρησε ανάμεσα στον χαλασμό είναι αρκετή.

Σκυμμένοι για να αποφύγουμε τις πέτρες, όμορφοι όταν κλωτσούσαμε τα δακρυγόνα, γεμάτοι ζωή όταν τους κυνηγούσαμε. Και αδύναμοι όταν φτύναμε τα σωθικά μας, ένα αόρατο χέρι να μας σηκώνει όταν λυγίζαμε. Γνωριστήκαμε καλά όσοι είμασταν εκεί, και αυτά δεν ξεχνιούνται. Ούτε με μεσοπρόθεσμα, ούτε με αυτά τα τσογλάνια με τις μηχανές. Οι ιστορίες που έχουμε κρατήσει από εκείνες τις μέρες είναι ανεξάντλητες.

Είναι πιο δυνατοί από εμάς. Είναι καλύτερα οργανωμένοι, έχουν καλύτερη μνήμη, έχουν όλα τα όπλα που γουστάρουν στην διαθεσή τους. Και μαζί και τον Λόγο, αυτό τον τρομοκρατικό παραλογισμό που μετατρέπει το αληθινό σε ψεύτικο. Εμείς δεν έχουμε πολλά. Αλλά παραμένουμε απρόβλεπτοι και επικίνδυνοι. Και υπήρξαν και κάποιες στιγμές, μέσα στον χαμό, που νιώσαμε (και πρέπει να το ένιωσαν και αυτοί), πως η Ιστορία είναι με το μέρος μας.


psit. Με εκατοντάδες τραυματίες, δεκάδες συλλήψεις, ανθρώπους ξεψυχησμένους από τα δακρυγόνα, κυνηγημένους από τις ορδές και τις ρόδες των μπάτσων, με την πραγματική αλληλεγγύη να χρωματίζει το κάθε βήμα και την κάθε κίνηση χιλιάδων ανθρώπων, κάποιοι επέλεξαν να χύσουν το πιο μισητό δηλητήριο απέναντι στο πανέμορφο αυτό πλήθος, και να σκοράρουν πολιτικά αποκαλώντας όσους κινδύνεψαν και βοήθησαν και αντέδρασαν και απέκρουσαν, ασφαλίτες και προβοκάτορες. Μια μικρή συμβουλή: μην σας πετύχουμε πουθενά γιατί η ανοχή απέναντι σας είναι μια πολύ μακρινή γραμμή του ορίζοντα, και εμείς μόλις στρίψαμε στην πρώτη γωνία.

14 Ιουν 2011

γράμμα από πολύ κοντά


το ικα και η ... που τους δέρνει

Οι ρόδες είναι αναπόσπαστο τμήμα της ζωής κάποιων. Γελάνε, ταξιδεύουν, ονειρεύονται, επιτίθενται ….Μην τους το πάρεις την πάτησες.

Είναι δώρο που’ρχεται να φτύσει παλιές συνήθειες … να δείξει κατάμουτρα σε κάποιους άλλους, πως οι ζωές των ανθρώπων, ειδικά και γενικά, έχει αξία. Μ’ ένα νέο τρόπο κ περιεχόμενο πια. Που, αν μη τι άλλο, ο νέος αυτός τρόπος σου δείχνει πιο ξεκάθαρα, πως ούτε λαμόγιο χρειάζεται νά’σαι για να επιβιώσεις, ούτε να ορίζεσαι απ’την καλή θέληση μίζερων εθελοντών ψευτοανθρωπιάς.

το ζήτημα  δεν είναι να διαπιστώσουμε πως οι άνθρωποι ζουν λιγότερο ή περισσότερο φτωχά, αλλά πως ζουν πάντα μ’ έναν τρόπο που τους διαφεύγει

Το πρώτο που μαθαίνει κανείς λοιπόν ρολάροντας είναι να στέκεται στα πόδια του. Με λίγα, αλλά απαραίτητα και αναγκαία, πρακτικά εργαλεία και βοηθήματα, που του προσφέρει η τεχνολογία. Για παράδειγμα ειδικό αμαξίδιο, μαξιλάρι, γερανούς, ορθοστάτες …. Δεν μιλάμε για πολυτέλειες, αλλά απλά για το αυτονόητο. Αυτά λοιπόν τα εργαλεία – βοηθήματα κατά κάποιον τρόπο και κατά κάποιο ποσοστό συμμετοχής τα παρέχει ή τα ψευτοκαλύπτει το ικα. Που θυμίζουμε σε όλους πως προκειται για ταμείο ασφάλισης. Ασφάλιση λοιπόν είναι εκείνη η δεδομένη παροχή, που ενώ δουλεύεις, ήδη πληρώνεις (σου κρατάνε από τον μισθό σου) την πιθανότητα εκείνη που πάθεις κάτι, που αρρωστήσεις. Οπότε μιλάμε για χρήματα δικά σου, η σαφέστερα χρήματα που, ενώ δεν έχεις μία, το αφεντικό σου με πόνο και όταν δεν μπορεί να σε αναγκάσει να δουλέψεις μαύρα, καταθέτει στον ανάλογο φορέα, το ίκα π.χ.

το ζήτημα δεν είναι να διαπιστώνεις αλλά να επιτίθεσαι

Μετά απ’τις στοιχειώδεις αυτές επισημάνσεις, που και ο πιο χαζός τις αντιλαμβάνεται με την μία, συνέβη το εξής ευφάνταστο.

Η διοίκηση του ίκα αποφάσισε να κόψει τις παροχές πάνω σ’ αυτα τα εργαλεία – βοηθήματα. Φυσικά επειδή η χώρα χρωστάει και χρειάζεται εξυγίανση δημόσιων φορέων κλπ κλπ. Κόβει λοιπόν κατά το ήμισυ καρότσια, μαξιλάρια ενάντια σε κατακλίσεις, ορθοστάτες ……… Κόβει δηλ. κάτι που εγώ και συ το ‘χουμε πληρώσει έτσι κ αλλιώς, κάτι που δεν ξέρει καν σε τι χρησιμεύει, κόβει εκεί που τον παίρνει, κόβει εκεί που δεν του πέφτει λόγος.

στις μέρες μας όμως η θεαματική φτώχεια δίνει αγώνα ανάσας, με σκοπό να προηγηθεί απ΄την κυριολεκτική φτώχεια. Αυτήν της έλλειψης βιωτικών πόρων.

Τα πράγματα είναι απλά.

-τίποτα που δίνει το ίκα δεν το παίρνουμε, επειδή μας χαρίζεται. Είναι ήδη δουλεμένο, πληρωμένο.

-η διοίκηση του ίκα να μειώσει κατά το ήμισυ και βάλε ... τους μισθούς που κοπανάει, τις εκδουλέυσεις σε κάθε έμπορα φαρμάκων κ βοηθημάτων, τις ουρές ασθενών που ποδοπατούνται για ένα ραντεβού, τα παιδιά τους κ τανήψια τους, που αποτελούν το προσωπικό τους, το να υπάρχει ως τέτοια…..

-στην γενικότερη λογική του ότι η χώρα χρωστάει, ο κάθε μπατίρης ασφαλισμένος, που ήδη δεν έχει μία, που ήδη δηλ. χρωστάει, βρίσκεται υπόλογος. Πως δεν πάμε καλά και τέτοια … Μα, αν ασφαλίζεις τα γερατειά κ την αρρώστια σου, μόνος σου στο ίκα, ήδη τα πράγματα δεν πάνε καλά. Γιατί απλά μια ζωή θα δουλεύεις, κ μάλιστα θα δουλεύεις για το τίποτα…

-ας την ψάξει κανείς με όλους τους μεγαλοέμπορους αναπηρικών ειδών για παράδειγμα, που τα μαγαζιά τους μοιάζουν με εμπορικά κέντρα. Ας την ψάξει κανείς με τους φραγκάτους, μ’ αυτούς που η ασφάλιση τους ακούγεται σαν ανέκδοτο .

-ας την ψάξει η διόικηση του ίκα με τον εαυτό της

ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΑΠΟΛΑΜΒΑΝΕΙΣ ΤΗΝ ΒΛΑΚΕΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΑΥΤΟΥ

ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΑΦΗΝΕΙΣ ΝΑ ΣΟΥ ΠΕΡΝΟΥΝ Ο,ΤΙ ΘΕΛΟΥΝ Κ ΜΑΛΙΣΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΝΟΜΙΖΕΙΣ ΠΩΣ ΧΡΩΣΤΑΣ ΕΝΩ ΣΟΥ ΧΡΩΣΤΑΝΕ

ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΚΑΛΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΥΤΟΝΟΗΤΟ ΑΝΤΙ ΝΑ ΤΟ ΑΡΠΑΖΕΙΣ


το ζήτημα δεν είναι να διαπιστώνεις αλλά να επιτίθεσαι



γενική συνέλευση αμεα αθήνας, λισαβώνας, αμβέρσας
ταξιαρχεία χέμινγουει
(κουτσός διεθνής περιηγητής )
                                  

28 Μαΐ 2011

πρώτες σημειώσεις για τους "αγανακτισμένους" και τους εχθρούς τους


Αναμφισβήτητα, υπάρχουν τεράστια προβλήματα σε σχέση με την πρόσφατη κινητοποίηση στο Σύνταγμα και αλλού. Τα πιο σημαντικά έχουν ήδη παρατηρηθεί σε πληθώρα δημοσιεύσεις και συζητήσεις, και αφορούν περισσότερο στην ανάδειξη πως ο όρος "απολιτίκ" είναι βαθειά πολιτικός. Η επίσημη γλώσσα των κινητοποιήσεων αρνείται με επιφανειακό τρόπο αυτό που είναι αφηρημένα κατανοητό ως "παραδοσιακή πολιτική" (κόμματα, σύμβολα, αντιπαραθέσεις, κτ), επιβεβαιώνοντας ταυτόχρονα και με φοβερή δύναμη έννοιες και συμπεριφορές απελπιστικά πολιτικές που όμως αποκτούν διαστάσεις μεταφυσικές ακριβώς επειδή εμφανίζονται μυστικοποιημένες -ως κάτι άλλο από αυτό που πραγματικά είναι. Η έννοια της Ελλάδας και του Έλληνα/Ελληνίδας, η έννοια της δημοκρατίας, η άρνηση να αντιληφθείς την ενασχόληση με το κοινωνικό γίγνεσθαι ως μια σειρά από συγκρούσεις, η άκριτη αποδοχή εννοιών όπως προδοσία, διαφθορά κτλ. Και σίγουρα μπορεί να υποστηρίξει κανείς πως η αντίληψη της οικονομικής κρίσης και της απο-νομιμοποίησης της πολιτικής που βιώνουμε, μυστικοποιείται εξίσου αν γίνεται κατανοητή ως αποτέλεσμα  διεφθαρμένων πολιτικών. Αυτονόητο είναι, και το  έχουμε ξαναπεί, πως δεν είμαστε ενάντια στο χρήμα επειδή το αφεντικό έχει κρυφό λογαριασμό στην Ελβετία.

Όμως (αντιγράφοντας μια φορά ακόμα έναν νεαρό σιτού) η κάθε άρνηση βεβαιώνεται κάπου αλλού. Και όσο και αν είναι εύκολο να εντοπιστούν οι αρνήσεις, άλλο τόσο δυσκολευόμαστε να αναγνωρίσουμε την βεβαίωση από την οποία προέρχονται ή στην οποία καταλήγουν.

Ακούμε και διαβάζουμε λοιπόν πως βασική κριτική στους αγανακτισμένους αποτελεί το γεγονός ότι το κάλεσμα τους έγινε μέσω του facebook. Πραγματικά πρόκειται περί σκανδάλου. Είναι όντως απογοητευτικό να οργανώνεται μια συγκέντρωση μέσω του facebook, με όλη την αλλοτρίωση και την ψευδο-επικοινωνία που συνεπάγεται τούτο το μέσο του σατανά. Πάλι καλά που υπάρχει το indymedia και τα χιλιάδες blogs που μας δίνουν την δυνατότητα, αληθινά και αδιαμεσολάβητα, να κριτικάρουμε μέχρι τελικής πτώσης την μοντέρνα αποστείρωση που προκύπτει από το διαδίκτυο...

Παρατηρήσαμε πως ανάμεσα στους εχθρούς των κινητοποιήσεων επικρατεί και η άποψη ότι το ετερόκλητο του πλήθους είναι ενδεικτικό της ασυναρτησίας του. Δυσκολευόμαστε να οριοθετήσουμε αυτή την κριτική σε σωστά πλαίσια. Και αυτό γιατί δεν είναι σαφές ποιο ακριβώς, και με τι όρους, είναι το αντίθετο του ετερόκλητου, ή τέλος πάντων πως ορίζεται το συνεκτικό ενός πλήθους. Γιατί εμείς δεν έχουμε δει συνοχή ούτε στις απεργιακές κινητοποιήσεις (και εκεί εμφανίζονται κατά καιρούς ελληνικές σημαίες), ούτε και στον ίδιο τον χώρο. Και ίσως είναι καλύτερα και έτσι, γιατί (χωρίς καμμία διάθεση μεταμοντέρνας μπουρδολογίας) η έννοια της συνοχής στους κοινωνικούς αγώνες, στον βαθμό που παραμένει αρνητική (δηλαδή ορίζει απλά το αντίθετό της) περπατάει έναν επικίνδυνο μονοπάτι. Ας το πούμε και αλλιώς: δεν είμαστε ενάντια στην συνοχή, αλλά είναι αναγκαστικό να την ορίσεις. Ειδάλλως παραμένει μεταφυσική και προιόν της παλιάς πολιτικής. Αναζητά να εξομαλύνει τις συγκρούσεις για να εμφανιστεί ενωτική, αλλά στην διαδρομή παρασέρνει την κριτική αντίληψη και την σέρνει αλυσοδεμένη πίσω από το κάρο μιας κοινότητας οριζόντιου ελέγχου. Και συνεπώς δεν διαφέρει από την τζούφια, ντεμεκ αντίληψη του "όλοι μαζί είμαστε" των αγανακτισμένων. Απλά μετατοπίζει το κέντρο βάρους σε άλλα φαντασιακά σχήματα: είμαστε όλοι μαζί γιατί είμαι εδώ με τους φίλους μου, την παρέα μου, την πολιτική μου ομάδα, την ιδεολογία μου. 

Μια άλλη κατηγορία που είδαμε να εκφράζεται ενάντια στους αγανακτισμένους "εν χορώ", είναι πως δεν προσφέρουν καμμία εναλλακτική πρόταση για την κρίση και αρκούνται σε γηπεδικού τύπου συνθηματολογίες. Σωστό. Πάλι καλά που έχουμε την αριστερά και τον αναρχικό χώρο και τις εμπεριστατωμένες αντιλήψεις περί κρίσης. Θα ήταν πραγματικά κρίμα τέτοιες βαθυστόχαστες και διεισδυτικές αναλύσεις που τόσο καιρό επεξεργάζεται η αριστερά και ο χώρος να πάνε χαμένες επεδή οι "αγανακτισμένοι" του συντάγματος τις αγνοούν επιδεικτικά.

Σημαντικό ρόλο έχει παίξει το γεγονός πως μεγάλη μερίδα διάφορων τσογλανιών των ΜΜΕ έχουν αγκαλιάσει τους "αγανακτισμένους". Και σίγουρα αυτή η στάση είναι ενδεικτική κάποιων πραγμάτων. Αλλά δεν νιώθουμε ότι αυτό φτάνει σαν γεγονός για να καταδικάσει εξ' ολοκλήρου το φαινόμενο. Η διαφωνία έχει περισσότερο να κάνει με μια αντίληψη για τα ΜΜΕ παρά με τους "αγανακτισμένους" καθ' εαυτούς. Στα πλαίσια της ευρύτερης από-νομιμοποίησης των ΜΜΕ, τα διάφορα τσιράκια προσπαθούν να προσεγγίσουν μια κοινωνία που τους φτύνει καλλωπίζοντας τις ασχημόφατσες τους. Και μέχρι στιγμής, δεν έχει κανένα λόγο, ούτε ο Πρετεντέρης, ούτε και κανένας άλλος, να εναντιωθεί έμπρακτα σε ό,τι συμβαίνει. Αλλά θεωρούμε λάθος να λαμβάνεται αυτό το γεγονός ως κριτήριο για την αντίληψη μας ως προς τις κινητοποιήσεις, αν μη τι άλλο λόγω της μικρής χρονικά διάρκειας τους. Αν πιστεύουμε πως τα ΜΜΕ ουδέποτε εξέφρασαν την πραγματικότητα αδιαμεσολάβητα, γιατί ξαφνικά δεχόμαστε τις αντιλήψεις τους τοις μετρητοίς; Είναι δεδομένο πως αν οι κινητοποιήσεις αυτές αποκτήσουν με τον χρόνο χαρακτηριστικά διαφορετικά, παρεκτραπούν από το ειρηνικό τους προσωπείο, και κατασταλλούν από το Κράτος (όπως έγινε και στην Βαρκελώνη), όλα τα ΜΜΕ θα πάψουν να τις σιγοντάρουν. Η αλλαγή αυτή όμως δεν έχει να κάνει με τα ΜΜΕ αλλά με διεργασίες που θα συμβούν στο εσωτερικό της κινητοποίησης. Εκεί βρίσκεται ο πυρήνας μιας βάσιμης κριτικής.

Αξίζει άραγε να ασχοληθεί κανείς με τις κατηγορίες περί του μη-βίαιου χαρακτήρα των κινητοποιήσεων; Ίσως μόνο και μόνο για να επαναληφθεί πως η βία δεν είναι ζήτημα αρχών. Δεν έχει απολύτως κανένα νόημα να είσαι κατά της βίας, όπως δεν έχει εξίσου και κανένα απολύτως νόημα να είσαι υπερ της. Η βία είναι ένα μέσο, με συγκεκριμένα αποτέλεσματα, το οποίο χρησιμοποιείς ή όχι ανάλογα με τις περιστάσεις και ανάλογα, πάνω από όλα, με το περιεχόμενο το οποίο προσπαθείς να προωθήσεις. Είναι τελείως αδιάφορο και άκυρο να υποστηρίζει κανείς την βία γενικά, όπως και να την απεχθάνεται γενικά. Προφανώς, εάν οι κινητοποιήσεις στο σύνταγμα φτάσουν σε ένα επίπεδο που θα πρέπει να αποφασίσουν αν θα τους σπάσουν τα κεφάλια ανενόχλητα ή αν θα αντισταθούν, το ζήτημα θα έχει άλλη βαρύτητα. Και προφανώς είναι προβληματικό να ανοίγει μια διαδικασία κλείνοντας ζητήματα με βάση αφηρημένες και -ίσως- αντιδραστικές αρχές. Αλλά θεωρούμε εξίσου προβληματικό να κριτικάρεται το ξεκίνημα μιας κινητοποίησης με βάση το γεγονός πως δεν έχει βίαια χαρακτηριστικά. Μια τέτοια κριτική φλερτάρει με την βία ως αυτοσκοπό, και απλά επαναφέρει έναν φετιχισμό που είναι τόσο αδιάφορος όσο και η μή-βίαιη ιδεολογία.

Ενδιαφέρον έχει και ο τρόπος που οι κινητοποιήσεις των "αγανακτισμένων" κριτικάρονται επειδή αρνούνται τα κόμματα και τον συνδικαλισμό. Εδώ ο χώρος θυμήθηκε ξαφνικά πως καλή η κριτική στα κόμματα και στο συνδικαλισμό, αλλά μονάχα όταν την κάνουμε εμείς. Γιατί αλίμονο, μια κριτική σε αυτές τις συμμορίες που εμείς δεν έχουμε πάψει να κράζουμε, ενδέχεται να εμπεριέχει και μια ιστορική άρνηση των εργατικών αγώνων και των επιτυχιών τους. Η μετατόπιση είναι εμφανής: σωστή η κριτική, λάθος τα υποκείμενα που την εκφράζουν. Εμείς, και μόνο εμείς, έχουμε το μονοπώλιο της κριτικής σκέψης.

Κάπου εδώ βρίσκεται για εμάς η ρίζα του προβλήματος: η κριτική που γίνεται στους "αγανακτισμένους" έχει ως αφετηρία και ως τερματισμό τον κάθετο και συμπαγή καθορισμό ενός συγκεκριμένου υποκειμένου το οποίο βρίσκεται πίσω από τις κινητοποιήσεις. Εδώ αρχίζουν και εδώ τελειώνουν όλα. Από την στιγμή που έχουμε ορίσει το υποκείμενο που δραστηριοποιείται, ό,τι και να κάνει θα είναι λάθος. Ακόμα και αν κάνει κάτι το οποίο μοιάζει τόσο πολύ το γαμημένο σε αυτά που κάνουμε και εμείς. Όπως και να έχει, οι "αγανακτισμένοι" παραείναι πρόσφατο φαινόμενο για να έχει οριοθετημένα υποκείμενα. Και ο μόνος λόγος που βλέπουμε εμείς για να τους κριτικάρει κάποιος σαν να είναι όντως οριοθετημένα υποκείμενα, είναι επειδή έχει ήδη μια άποψη διαμορφωμένη για οποιονδήποτε δεν ανήκει στο συνάφι του.

Ο ορισμός και η κριτική ενός υποκειμένου, και συνεπώς της κοινότητας που δημιουργεί στην δραστηριοποίηση του, είναι ταυτόχρονα και ένας αρνητικός ορισμός της κοινότητας από την οποία προέρχεται η κριτική. Συγνώμη λοιπόν σύντροφοι, αλλά κάτι έχετε υπολογίσει λάθος. Τα λάθη και τα προβλήματα των "αγανακτισμένων" είναι υπαρκτά και φανερά. Αλλά δεν φτάνουν για να εξιλεώσουν ούτε την αριστερά ουτε και τον χώρο, ειδικά δε όταν πολλά από αυτά ανήκουν στην ίδια σφαίρα, και προκύπτουν αναγκαστικά από την οποιαδήποτε κοινωνική δραστηριοποίηση και τις αντικειμενικές συνθήκες που την περιβάλλουν.

Όσον αφορά τους αριστερούς και αναρχικούς που συμμετέχουν ενθουσιασμένοι στις κινητοποιήσεις, ένα κοινό μοιάζουν να συμμερίζονται: ότι συμμετέχουν για να μην επιτρέψουν στους φασίστες να καπελώσουν, ότι συμμετέχουν γιατί νιώθουν πως άνθρωποι με εμπειρία και γνώσεις πάνω στην πολιτική μπορούν να συνεισφέρουν προς στην σωστή κατεύθυνση, ότι συμμετέχουν, εν τέλει, για να διαδώσουν τις σωστές ιδέες.

Εδώ συναντιούνται οι κριτές και οι υποστηρικτές των αγανακτισμένων: κοινός τόπος και των δύο η αλλαζονεία ότι εμείς έχουμε βρει την άκρη την σωστή, και είτε απέχουμε κατηγορώντας τους υπόλοιπους ότι δεν την έχουν πάρει χαμπάρι εδώ και χρόνια, είτε συμμετέχουμε για να τους την μεταδώσουμε. Η αντίληψη ίσως να αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα αν υποστηρίζεται από μια πραγματικότητα πέρα από τον εαυτό μας και το φαντασιακό που έχουμε οικοδομήσει. Με κάποιες αξιώσεις, δηλαδή, αντικειμενικότητας. Αλλά αν και υπάρχουν τέτοια στοιχεία στον ανατρεπτικό χώρο, στην μέχρι στιγμής αντιμετώπιση των "αγανακτισμένων" δεν τα συναντήσαμε πουθενά.

25 Μαΐ 2011

Εντός των τειχών



«…δεν έχω δει ποτέ ύπαρξη με τέτοια αφηρημένη περιφρόνηση σαν του μόνου ανθρώπου.»

Παλιότερα, δεν υπήρχε επιτακτικός λόγος για να ξεκινήσει μια σοβαρή συζήτηση πάνω στην βία. Η βία του χώρου ήταν πάντα μειοψηφική, και συνεπώς μικρού βεληνεκούς. Οι καφρίλες κρύβονταν γρήγορα, ή αλλιώς, ξεμπροστιάζονταν αμέσως. Δεν δικαιολογούνταν, θάβονταν. Ξεχνιόντουσαν, αν θέλετε, απέναντι στην πολαπλασιασμένη βία που δεχόμασταν. Δεν υπήρχε καν στο λεξιλόγιο η έννοια της "παράπλευρης απώλειας". Ο εχθρός ήταν συγκεκριμένος, εμείς λίγοι. 

Ποιός/α πιστεύει πλέον ότι μπορούμε να μιλάμε με τους ίδιους όρους; Στο φαντασιακό του χώρου δεν έχει απλά εισαχθεί στο καθημερινό λεξιλόγιο η "παράπλευρη απώλεια", έχει γίνει και πράξη. Έχουμε χάσει το δικαίωμα να ιεραρχούμε την βια, να θεωρητικοποιούμε την αντίσταση με όρους "αντί-βίας".

Προφανώς και η αυτοάμυνα (ενεργητική ή παθητική) απέναντι στις δολοφονικές ορδές της αστυνομίας ή και των φασιστών παραμένουν στο πλευρό της αντί-βίας. Αλλά η εξίσωση τελειώνει κάπως απότομα εκεί. Ποιός μπορεί στα σοβαρά να πει πως η διάχυτη αντι-κοινωνική βία στις διαδηλώσεις είναι δικαιολογίσιμη ως αντί-βια; Απέναντι σε ποιόν; Στους άλλους διαδηλωτές; Πως μπορεί να δικαιολογηθεί μια marfin; Πως μπορεί να μιλάει κανείς για αντί-βια όταν προσπαθώντας να αντιμετωπίσει ένα υπαρκτό πρόβλημα πρέζας καταλήγει να εξαπολύει κυνηγητά στα πρεζάκια της πλατείας; Που βρίσκεται το μέτρο της αντί-βιας όταν παρέες από τσογλάνια ισοπεδώνουν κόσμο γιατί έτσι γούσταρουν; Αντί-βια και το να αφήσεις έναν μαγαζάτορα με σπασμένο σαγόνι, να μην μπορεί να φάει χωρίς καλαμάκι για 4 μήνες; Αντι-βία μήπως και οι φέρμες στα γύρω στενά των εξαρχείων; Αντι-βια τελικά και η παρέα των μπράβων/τραμπούκων που ξεχύθηκαν προχτές για να δείξουν ποιοί είναι οι μάγκες; Τα μαχαιρώματα; Καμμένες πωλήτριες και πελάτες της λαϊκής; Πόσες καφρίλες μπορούμε να θυμηθούμε έτσι στα γρήγορα;

Πάνω στο πτώμα μιας φετιχιστικής ιδεολογίας της βίας, που πουλάνε μερικοί με το κιλό εδώ και χρόνια, έχει στηθεί ένα πανηγύρι με ένα σωρό ζόμπι. Και η κατάσταση έχει φτάσει στο μηδέν. Και αν η ευθύνη βαραίνει πρώτα από όλους τα ζόμπι τα ίδια που ξερνάνε μισανθρωπισμό με κάθε βρωμερή τους ανάσα, υπάρχει και η υπόγεια ευθύνη εκείνων που τόσο καιρό, μέχρι και σήμερα, σιγοντάρουν, κλείνουν το μάτι και σφυράνε κλέφτικα σε μια "άγρια νεολαία" που δεν θα αργήσει να τους βγάλει τα μάτια. Οι εφηβικές ονειρώξεις πήραν σάρκα και οστά και βγήκαν παγανιά. Τα όνειρα μας δεν έγιναν εφιάλτες τους, αλλά δικοί μας. 

Ο μηδενισμός δεν είναι μια παρεξηγημένη ιδεολογία κάποιων ξεχασμένων ρώσων, ή το αποκούμπι κάποιων που βρήκαν σε αυτό το κενό μια δυνατότητα να συμπληρώσουν ένα κακοχωνεμένο ιδεολόγημα. Μηδενισμός είναι αυτό που ζούμε καθημερινά. Είναι το σκοτείνιασμα στα βλέμματα όταν κάθε νέο είναι χειρότερο από το προηγούμενο. Είναι το να βαφτίζεις την αντί-κοινωνικότητα "επαναστατικό σχηματισμό". Είναι, από μόνη της, η ασταμάτητη αναφορά στην λέξη "επανάσταση" και "επαναστάτης", λές και ζούμε τις τελευταίες μέρες της τσαρικής ρωσίας. Είναι η διαρκής δικαιολόγηση κάθε μαλακίας λες και μιλάμε για κάποιο ουδέτερο καιρικό φαινόμενο. "Ας προσέχουν οι περίεργοι" προειδοποιούσε κάποια ανάληψη ευθύνης για βόμβα. Ξέρετε, όπως λέμε "μπορεί να βρέξει αύριο.. κράτα ομπρέλα."

Όσο και αν ουρλιάζει σε κάθε ευκαιρία πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει, ο χώρος δεν είναι παρά μια αντανάκλαση της υπαρκτής κοινωνίας. Και όσο η ευρύτερη κοινωνία αρνείται να αντισταθεί στον κανιβαλισμό ισχυροποιώντας τον, τόσο ο χώρος θα αντικατοπτρίζει αυτό το άσχημο προσωπείο. Δεν είναι η κάθε μαλακία "επαναστατική" ή ανατρεπτική μόνο και μόνο επειδή έχουμε την αξιοζήλευτη πνευματική διαύγεια να κολλήσουμε την λέξη αναρχία δίπλα της. Και όσο και αν θέλουμε να πιστεύουμε πως δεν είναι όλος ο χώρος έτσι, η μεταφυσική πίστη αυτή χάνει έδαφος κάθε μέρα, όχι γιατί όλοι συμμετέχουμε στην διόγκωση αυτής της ανυπαρξίας, αλλά γιατί συμπεριφερόμαστε σαν να μην συμβαίνει. Μέχρι να συμβεί σε κάποιο "δικό μας". Σαν ευέξαπτες στρουθοκάμηλοι, θάβουμε το κεφάλι μας βαθιά στην φαντασιακή μας ανοησία, και αν τύχει και περάσει κανείς και μας ρίξει και μια από πίσω, "ε, δεν γαμιέται, και εμείς κάπως έτσι ήμασταν πιτσιρικάδες." Έτσι;

15 Απρ 2011

Αν οι άνθρωποι αισθάνονται ότι το μέλλον θα είναι ζοφερό αυτό είναι επειδή το μέλλον είναι ήδη εδώ. Το συναντάμε καθημερινά παρατηρώντας την ζωή να στριμώχνεται ανάμεσα στα δάνεια, στους καβγάδες στο σπίτι, στις επισκέψεις στον γιατρό, στο ίδιο και απαράλλαχτο καθημερινό ξύπνημα, στην ουρά για το τρόλλευ, στην ανυπόφορη κίνηση στους δρόμους, στην δουλειά, στις συμβουλές των γιατρών για όχι παραπάνω από δύο ποτηράκια το βράδυ, στην ανησυχία για τους λογαριασμούς, στις ακυρωμένες διακοπές ... με λίγα λόγια: στην κλειστοφοβία.

Η απάντηση μας: γνωστή εδώ και χρόνια. 



31 Μαρ 2011

Κάτι παλιότερο για τους νεότερους


"Με την πρωταρχική του συσσώρευση, ο καπιταλισμός αδειάζει τα πορτοφόλια, τα σπίτια, τα χωράφια, και τα μαγαζιά των ανθρώπων, και τους μετατρέπει σε πένητες, ενδείς, άκληρους, χωρίς αποθέματα (sans reserves).

Η αθλιότητα αυξάνεται και ο πλούτος συγκεντρώνεται, γιατί υπάρχει μια δυσανάλογη αύξηση στον απόλυτο και σχετικό αριθμό άκληρων προλετάριων που πρέπει κάθε μέρα να τρώνε, ό,τι κάθε μέρα κερδίζουν.

Αυτό το οικονομικό φαινόμενο δεν αλλάζει αν κάποια μέρα οι μισθοί ορισμένων εξ' αυτών, σε συγκεκριμένα επαγγέλματα, τους επιτρέψουν το μπουρδέλο, το σινεμά, και την (!) απόλαυση: μια συνδρομή στον "Ριζοσπάστη".

Το προλεταριάτο δεν γίνεται φτωχότερο όταν πέφτουν οι μισθοί, ούτε πλουσιότερο όταν οι μισθοί αυξάνονται και οι τιμές πέφτουν. Δεν είναι πλουσιότερο όταν εργάζεται, από ότι όταν είναι άνεργο. Όποιος έχει ξεπέσει στην τάξη των μισθωτών, είναι φτωχός με έναν απόλυτο τρόπο."

Α. Μπορντίγκα

16 Μαρ 2011

Ατενίζοντας την άβυσσο




Από όποια πλευρά και αν το εξετάσει κανείς, είναι σαφές πως η σημερινή οργάνωση της κοινωνίας πως δεν μπορεί πια να συντηρήσει την ζωή. Είναι κοινώς αποδεκτό πως όλες οι βασικές ανάγκες, είτε μιλάμε για των ζωή των δέντρων είτε για την ζωή των ανθρώπων, ξεπερνάνε τις δυνατότητες και τον προσανατολισμό του οικονομικού συστήματος. Ένα είδος ζωής που στο παρελθόν θα έμοιαζε απλό, ακόμα και ασκητικό, είναι σήμερα μια αδιανόητη πολυτέλεια, εφόσον ζούμε σε ένα κόσμο όπου το να αναπνέεις καθαρό αέρα και να απολαμβάνεις ηρεμία και ησυχία είναι πρακτικά αδύνατο οπουδήποτε.
Μετά την πρόσφατη καταστροφή στην Ιαπωνία, και πιο συγκεκριμένα, με τις εξελίξεις που αφορούν στην επανεμφάνιση του πυρηνικού κινδύνου, η νέα θεοδικία της τεχνολογικής προόδου εμφανίζεται με το σχήμα μιας σκοτεινής θνησιμότητας, μια διάχυση ενός ύπουλου και αναπόφευκτου κακού που μπορεί να εξορκιστεί μονάχα από τα ξόρκια μιας κάστας ειδικών.
Ένας τέτοιος ειδικός, που ανήκε και στους πρώτους ατομικούς επιστήμονες, είχε δηλώσει: «Η ενέργεια η οποία προκύπτει από την πυρηνική διάσπαση είναι σε τελική ανάλυση ασυμβίβαστη με το ανθρώπινο γένος.» Όλα δείχνουν όμως ότι η εξουσία επέλεξε την ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας για αυτό ακριβώς το λόγο, ως κομμάτι του πολέμου τους ενάντια στην ζωή και την ιστορία. 

***

Στην Ιαπωνία, η ιδεολογία της προόδου έχει φτάσει σε σημείο αποσύνθεσης. Άνθρωποι με περισσότερες γνώσεις από εμάς θα ερμηνεύσουν, προφανώς, τις ακριβείς τεχνικές αιτίες πίσω από αυτή την καταστροφή. Στον βαθμό που μας αφορά, οι εκρήξεις στους πυρηνικούς αντιδραστήρες στην Fukushima μας λένε ό,τι χρειάζεται να γνωρίζουμε για το τι συνέβη, και μας επιτρέπουν να εντάξουμε αυτό το γεγονός στην σωστή του ιστορική διάσταση χωρίς δυσκολία. Το γεγονός ότι συνέβη σε μια χώρα όπου η ιδεολογία της προόδου είναι πιο ανεξέλεγκτη από την πρόοδο την ίδια, δεν μπορεί να αποκρύψει την καθολική σημασία του ζητήματος: εδώ βρίσκεται σε κοινή θέα για όλο τον κόσμο, φωτισμένο με τρομακτική ευκρίνεια, ότι έχει παραμείνει από τον «διαφωτισμό». Το αστραφτερό περιτύλιγμα έχει χαθεί και έχει απομείνει το απόλυτο σκοτάδι. Εδώ, αποσταγμένο, βρίσκεται το τελικό προϊόν ενός συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής, η πρακτική μορφή μιας νεκρικής αλήθειας: η αλήθεια πως δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να υποφέρουμε μια τέτοια αφύσικη καταστροφή χωρίς καν να την καταλαβαίνουμε, ακριβώς όπως και οι προϋποθέσεις της δημιουργήθηκαν πάνω στην άγνοια. Και πάνω από όλα, πως πρέπει να αποδεχτούμε την απόλυτη ανικανότητα μας να αποκομίσουμε οποιοδήποτε χρήσιμο μάθημα.

***

Ο βομβαρδισμός ανορθολογισμού που ακολούθησε την καταστροφή στην Ιαπωνία ταιριάζει γάντι με την μοντέρνα κοινωνία. Μετά την 3η έκρηξη στον αντιδραστήρα του Fukushima, και περιμένοντας την 4η, οι ειδικοί της εξουσίας στην Ιαπωνία, οι οποίοι αρχικά δεν έλεγαν απολύτως τίποτα, προσπάθησαν εν τέλει να καθησυχάσουν τους υπηκόους τους λέγοντας ότι να’ ναι. Συνέστησαν λοιπόν στους κατοίκους που βρίσκονται σε ακτίνα έως και 30 χιλιόμετρα από το εργοστάσιο μια πολύ καθησυχαστική πρόταση προστασίας από την ραδιενέργεια, που έχει ξεπεράσει κατά 400 φορές τα επίπεδα έκθεσης που μπορούν με «ασφάλεια» να αντέξουν οι άνθρωποι: να μείνουν κλεισμένοι σπίτια τους, να κλείσουν τον εξαερισμό και να κάνουν ένα καλό ντους μόλις μπουν στο σπίτι. Στην πόλη Sendai, που βρίσκεται 100 χιλιόμετρα βόρεια, οι αρχές ήταν ακόμα πιο αυστηρές: συνέστησαν στους κατοίκους «να αποφεύγουν την βροχή». 
Μετά την καταστροφή, έρχεται η ενημέρωση. Πόσες μονάδες ραδιενέργειας, πόσα Msv/h, πόση βροχή και αέρας. Ανησυχώντας για την δυσκολία των υπηκόων να υπολογίσουν τις πιθανότητες επιβίωσης τους με τόσους διαφορετικούς τρόπους μέτρησης, ο γραμματέας της κυβέρνησης Sedano τους έκανε την χάρη και ξεκαθάρισε ότι οι καταμετρήσεις από τις διαρροές της ραδιενέργειας γίνονται πλέον σε milli-Sievert και όχι σε micro-Sievert, χωρίς να προσθέσει βέβαια ότι αυτή η μετατόπιση στην μονάδα μέτρησης ήδη αφορά επίπεδα επικίνδυνα για την ανθρώπινη υγεία. Τυποποιώντας τον ορισμό του επιπέδου εκείνου στο οποίο η ραδιενέργεια αρχίζει να αποτελεί απειλή, ανέβασαν τον πήχυ και γλίτωσαν τον κόσμο από ατελείωτες πράξεις και υπολογισμούς. Έτσι λοιπόν, πείθουν ότι τα (μέχρι προσφάτως ανύπαρκτα) επίπεδα ραδιενέργειας είναι ακόμα πολύ χαμηλά και παραμένουν «ασήμαντα». Ένα ντουσάκι και καθάρισες (1).
Αυτό το συνεχές ανέβασμα του πήχυ της επικινδυνότητας πάει πακέτο με το επίπεδο συστηματικής παραφροσύνης. Ενώ την δεύτερη μέρα παρατηρήθηκαν εκπομπές ραδιενέργειας με τιμές κοντά στα 400 mSv, και αυτές κρίθηκαν απειλητικές καθώς ήταν οι μεγαλύτερες μέχρι στιγμής, στις 16 Μαρτίου ο υπεύθυνος προπαγάνδας της κυβέρνησης δήλωσε περιχαρής πως τα επίπεδα σήμερα είχαν πέσει στα 800 με 600 mSv, σε αντίθεση με την προηγούμενη μέρα που ήταν αισίως στα 1000. Το μέτρο μιας ημέρας αντικαθίσταται την επόμενη, και αυτό που κρίνεται επικίνδυνο την μια, περιφρονείται (όπως και το κοινό που παρακολουθεί) ως ασήμαντο την επομένη (2).
Αν δεν μας υπενθυμίζουν πολύ συχνά αυταπόδεικτες αλήθειες που μπορούν να γίνουν κατανοητές και χωρίς την χρήση ειδικών μηχανημάτων, αυτό μάλλον συμβαίνει επειδή (όπως λέει και ο Custine): «Η ανθρωπότητα είναι αρκετά πρόθυμη να επιτρέπει να την περιφρονούν και να την κοροϊδεύουν, αλλά δεν είναι καθόλου πρόθυμη να της λένε ξεκάθαρα ότι την περιφρονούν και την κοροϊδεύουν. Βιασμένη στην πραγματικότητα, βρίσκει καταφύγιο στις απλές λέξεις» (Η Ρωσία το 1839). Οι περισσότεροι έχουν καταλάβει σίγουρα ότι τους περιφρονούν και τους κοροϊδεύουν. Αλλά αναζητούν την «ενημέρωση», αναζητούν καταφύγιο στις «απλές λέξεις», ψάχνουν με αγωνία τις λέξεις αυτές που θα συντηρήσουν αυτό που τα γεγονότα έχουν πια καταστρέψει.

***
Οι απανωτές εκρήξεις στην Ιαπωνία ανάγκασαν κάποιες Ευρωπαϊκές χώρες με πυρηνικά να αρχίσουν να «συζητάνε» τις ενδεχόμενες παρατάσεις ζωής των δικών τους εργοστασίων, ενώ άλλες διαπραγματεύονται το κατά πόσο πρέπει να επιτρέψουν την εκκίνηση πυρηνικών προγραμμάτων. Πιο κυνική λόγω του ρόλου της στην παγκόσμια οικονομία, η Κίνα δήλωσε πως θα είναι «προσεκτική» στην κατάστρωση των σχεδίων για τριπλασιασμό των πυρηνικών της αντιδραστήρων, αλλά δεν θα επιτρέψει στις «δυσκολίες (sic) της Ιαπωνίας να αποσυντονίσουν το πυρηνικό πρόγραμμα του κράτους.» (Greenpeace blog, 15.3.2011) Όπως έγραψε και ο Brahma Chellaney, ένας καθηγητής στρατηγικών μελετών στο Νέο Δελχί:
«Είναι πολύ πιθανό η Fukushima να πλήξει την γοητεία της πυρηνικής ενέργειας με τον ίδιο τρόπο που έπληξε την αξιοπιστία της πυρηνικής βιομηχανίας το ατύχημα στο Three Mile Island της Πενσιλβανίας το 1979, και βέβαια το πολύ σοβαρότερο δυστύχημα στο Chernobyl το 1986. Αυτό είναι το ηθικό δίδαγμα της νέας καταστροφής. Αν κρίνουμε όμως από την Ιστορία, είναι βέβαιο πως οι υποστηρικτές της πυρηνικής ενέργειας κάποια στιγμή θα επιστρέψουν.» (Το Βήμα, 16 Μαρτίου 2011). 
Σε μια συνάντηση στο Τόκιο λίγες μέρες μετά την καταστροφή στο Chernobyl, μια ομάδα αρχηγών δυτικών κρατών είχε ανακοινώσει πως «η πυρηνική ενέργεια είναι, και θα είναι πάντα, εάν υπάρχει σωστή διαχείριση, μια πηγή ενέργειας που θα χρησιμοποιείται ολοένα και περισσότερο» (Le Monde Diplomatique, Ιούνιος 1986). Την ίδια χρονιά, ο Hans Blix (3), πρόεδρος τότε της International Atomic Energy Agency, ανέβασε τον πήχυ ακόμα παραπάνω εκφράζοντας την απόλυτη εμπιστοσύνη του στα αποτελέσματα του blitzkrieg της πυρηνικής ενέργειας: «Στο μυαλό μου, η ατομική ενέργεια έχει φτάσει σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή. Είναι απλά μια πραγματικότητα με την οποία πρέπει να μάθουμε να ζούμε» (Le Figaro, 3 Ιουνίου 1986). Δυστυχώς δεν έχει φτάσει ακόμα η μέρα που παράφρονες σαν τον Blix και την παρέα του θα είναι τόσο καθολικά μισητοί όσο ήταν και ένας αριστοκράτης πριν από την Γαλλική Επανάσταση. Και όσο αργεί αυτή η μέρα, τόσο τέτοια καθάρματα θα συνεχίζουν να καλλωπίζουν την θανατηφόρα ανάσα του Λεβιάθαν τους. Όταν κλήθηκε πριν λίγες μέρες, από μια δημοσιογράφο του Bloomberg, να απαντήσει στο κατά πόσο η καταστροφή στην Ιαπωνία επιβάλλει μια συνολική επανεξέταση του ζητήματος της πυρηνικής ενέργειας, ο Blix απέδωσε τις κριτικές στις υπερβολές του αντί-πυρηνικού λόμπι, και υπενθύμισε τα οφέλη που έχει αποκομίσει από την πυρηνική ενέργεια μια χώρα φτωχή σε ενεργειακές πηγές όπως η Ιαπωνία. Τέλος, επανέλαβε την γνωστή ανοησία πως η πυρηνική ενέργεια είναι προτιμότερη καθώς δεν εκπέμπει CO2, και έκλεισε το παραλήρημα του με την ατάκα: «Χρειαζόμαστε όλες τις μορφές ενέργειας, και η πυρηνική είναι αναμφισβήτητα μια από αυτές.» H δεσποτική του μοιρολατρία δεν συνοδευόταν καν από καθησυχαστικές δηλώσεις ότι τάχα μου ουσιαστικές διαφορές στους αντιδραστήρες της Δύσης δεν αφήνουν περιθώρια για ατυχήματα όπως αυτό της Ιαπωνίας.
Η παρουσίαση των ωφέλιμων παράγωγων της πυρηνικής ενέργειας, ειδικά όταν ξεστομίζονται την στιγμή που ξεδιπλώνεται μια μεγάλη καταστροφή, δείχνουν τον βαθμό αποικιοποίησης της λογικής από την αφηρημένη λογική του εμπορεύματος. Με βάση αυτήν, ο γελοίος ευφημισμός του να μάθουμε «να ζούμε με την πυρηνική ενέργεια» δεν είναι παρά μια ιδεολογική πιρουέτα για την μεγιστοποίηση του κέρδους που προκύπτει από αυτήν αλλά και από τα ατυχήματα της. Ακόμα και αν ζούμε σε ένα κόσμο όπου κάθε στερεότητα και μονιμότητα μπορεί ανά πάσα στιγμή να εξαεριστεί στην ατμόσφαιρα, για να διαλυθεί μέσα σε ένα ραδιενεργό σύννεφο, αυτό δεν σημαίνει πως η τοξικότητα αυτή δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο οικονομικής εκμετάλλευσης.

Τέτοιου είδους προπαγάνδα μεταμφιεσμένη σε πληροφόρηση, αναγκαστικά συνοδεύεται από ατελείωτες στατιστικές, αριθμούς που κανείς δεν μπορεί να επιβεβαιώσει και μια σωρεία ακατανόητων ακρωνύμιων που αντιπροσωπεύουν άγνωστα μέχρι στιγμής αλλά προφανώς «αξιόπιστα» ινστιτούτα ερευνών. Όπως και να έχει, τα νούμερα και οι αριθμοί δεν είναι κάτι στο οποίο πιστεύεις. Ή είναι αληθινά, ή δεν είναι. Αυτό που προσφέρουν σήμερα είναι η αναγκαιότητα να παραδοθείς στην αδυναμία σου να καταλάβεις τι συμβαίνει. Στην μονόπλευρη ενημέρωση των ειδικών της τεχνολογίας, οι αριθμοί είναι μια ωμή αντικατάσταση κάθε προσφυγής στην λογική. Η συνεχής προβολή τους εξυπηρετεί και τον σκοπό του να πείσει τον θεατή ότι αυτό που εκείνος δεν καταλαβαίνει, γίνεται απολύτως κατανοητό από εκείνους που νιώθουν μέσα στους αριθμούς και τις στατιστικές όπως τα ψάρια στην θάλασσα –μια θάλασσα που έχει θερμανθεί, βέβαια, από τις πυρηνικές διαρροές.

Οι ίδιες οι δυνάμεις που έχουν ξεφύγει από τον έλεγχο μας, εμφανίζονται μπροστά μας με όλη τους την καταστροφική δύναμη, ενώ τα φερέφωνα προσπαθούν να μας πείσουν ότι μπορούν εύκολα να τις ελέγξουν. Την ίδια στιγμή, η συνεχής επίκληση των στατιστικών που είναι σχεδιασμένη έτσι ώστε να επιβεβαιώνει την ικανότητα των ειδικών, εμφανίζει και ένα αντίστροφο αποτέλεσμα: εφόσον δεν μπορεί να κρυφτεί ότι κάποιος κίνδυνος υπάρχει, οι στατιστικές που δεν μπορούν να δώσουν μια ξεκάθαρη εικόνα του τι πρέπει να φοβόμαστε, σπρώχνουν τους πάντες στο να φοβούνται το χειρότερο πιθανό σενάριο. Αυτό το πισωγύρισμα διαρρηγνύει την εμπιστοσύνη του κόσμου στους ειδικούς, και αν οι τελευταίοι μοιάζουν τόσο πρόθυμοι να εξηγήσουν τα ανεξήγητα, αυτό γίνεται επειδή καταλαβαίνουν ότι η άγνοια αρχίζει να μετατρέπεται σε υποψία.

Αν η πυρηνική ενέργεια αποτελεί τον καρδιά ενός άκαρδου κόσμου, οι απόπειρες να αποκατασταθεί η ζημιά που έχει υποστεί η κυρίαρχη πυρηνική ιδεολογία, αγγίζουν όλο το φάσμα των εκπροσώπων της σημερινής ταξικής εξουσίας. Το BBC, καλύπτοντας την καταστροφή με ζήλο, αναμεταδίδει τις ίδιες εκκωφαντικές ανοησίες.  Αναμασώντας τα χαμηλά και ασήμαντα επίπεδα ραδιενέργειας, επαναλαμβάνει την «ορθότητα» του εγκλεισμού στο σπίτι σαν μέτρο προστασίας (!), και πάει το θέμα παραπέρα. Δηλώνοντας πως ο φόβος του κοινού για την ραδιενέργεια είναι δυσανάλογος με τον πραγματικό κίνδυνο, χλευάζει υπογείως την αμορφωσιά του κοινού που παρασύρεται από ψυχολογικού τύπου υστερίες και επιμένει να αγνοεί την επιστημονική εξήγηση και εφησυχασμό (BBC Live Coverage, 16 Μαρτιου 2011). Αυτό που προβληματίζει δηλαδή όλους αυτούς τους φανατικούς δεν αφορά στην δημιουργία κάποιων φραγμών, όσο μικρών και αν είναι, στην φρικιαστική ύπαρξη των θανατηφόρων μηχανημάτων τους. Όχι. Το μόνο που τους απασχολεί είναι το γεγονός ότι τα θύματα τους έχουν το θράσος να εξεγείρονται ενάντια στην κατάσταση γενικευμένης άγνοιας που επιβάλλουν και να αμφισβητούν τις καθησυχαστικές διαταγές της κυβέρνησης. Αλλά δεν είναι τυχαίο αυτό. Μια τέτοιου είδους επιμονή από πλευράς κοινού μπορεί να υποβαθμίσει το κυριότερο προτέρημα που έχει η πυρηνική απέναντι σε άλλες πηγές ενέργειας. Η ραδιενέργεια παραμένει αναμφισβήτητα ανώτερη όσον αφορά στις παρενέργειες της σε σχέση με όλες τις άλλες τεχνολογίες, καθώς τα βασικά της αποτελέσματα γίνονται αισθητά πολύ μετά από τις ατυχείς περιστάσεις που την μετατρέπουν σε πρώτο θέμα στις τηλεοράσεις. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο η ραδιενέργεια είναι πολύ καλά προσαρμοσμένη στις ανάγκες του θεάματος: συζητάμε για αυτήν, την ξεχνάμε, μετά υποφέρουμε από τις παρενέργειες της, και πεθαίνουμε από αυτές μέσα στην σιωπή.
Στο ίδιο ρεπορτάζ του BBC ο δημοσιογράφος εξήρε τον στωικό πολιτισμό των Ιαπώνων που έχουν μάθει να υποφέρουν τα πάντα χωρίς διαμαρτυρία, ενώ δεν έχασε και την ευκαιρία να προβάλλει μια θετική πλευρά του φαινομένου: προβάλλοντας εικόνες μικρών παιδιών που παίζουν σε κάποιο πρόχειρο καταυλισμό, η φωνή της λογικής του  BBC ντύνει την εικόνα με μια περιγραφή πως, όπως και να έχει, για τα παιδιά όλο αυτό είναι μια μικρή περιπέτεια. Αυτό που πρέπει να παραμείνει κρυφό –η ουσιαστική πραγματικότητα του φαινομένου –μετατοπίζεται βολικά σε ένα υποθετικό μέλλον, χαμένο κάτω από αφηρημένες στατιστικές, δίπλα στους κινδύνους του τσιγάρου και των αυτοκινητιστικών.
Μερικές φορές βέβαια, αυτά που μαθαίνουμε για το παρελθόν φέρνουν αυτό το υποθετικό μέλλον λίγο πιο κοντά στο παρόν μας. Σε μια προσπάθεια να σχετικοποιήσουν την σημερινή καταστροφή, παραδείγματα του ραδιενεργού μας παρελθόντος έρχονται στην επιφάνεια, και δείχνουν πως το μοναδικό κοινό σημείο που έχουν μέχρι στιγμής όλες οι καταστροφές αφορά στον τρόπο που τις αντιμετωπίζει η εξουσία και οι εκπρόσωποι της. Μάθαμε λοιπόν τώρα πως το 2007, όταν ένας άλλος σεισμός (6.8 ρίχτερ) έπληξε πάλι την Ιαπωνία στην περιοχή Kashiwazaki, η αρχική καταγραφή μιλούσε για 9 νεκρούς και κάτι εκατοντάδες τραυματίες. Αμέσως μετά, ξεγλίστρησε η πληροφορία πως στην περιοχή εκείνη βρισκόταν το μεγαλύτερο πυρηνικό εργοστάσιο του κόσμου. Και ενώ μια μικρή πυρκαγιά στην αρχή αντιμετωπίστηκε με ψυχραιμία («No harm», δήλωσε ο εκπρόσωπος της Tepco), σύντομα το κοινό πληροφορήθηκε για μια «μικρή» διαρροή ραδιενεργού νερού –περίπου 6 λίτρα. Την επομένη, βγήκε στην επιφάνεια πως στην πραγματικότητα η διαρροή ήταν «κάπως μεγαλύτερη». Για την ακρίβεια, 243 φορές μεγαλύτερη! Και το νερό ήταν 50 φορές πιο ραδιενεργό από ότι είχε αρχικά ειπωθεί. Μέρα με την μέρα, φτάσαμε στο τελικό συμπέρασμα πως το εργοστάσιο ήταν κτισμένο πάνω σε ρήγμα, αναιρώντας την επίσημη αναφορά στο site της Tepco πως η απαραίτητη μελέτη που γίνεται πριν από το χτίσιμο κάθε πυρηνικού εργοστασίου, είχε καταλήξει στο συμπέρασμα πως «δεν υπάρχει κανένα ρήγμα κάτω από το εργοστάσιο.» (http://www.tepco.co.jp/en/challenge/energy/nuclear/safety-e.html).

Στο ίδιο site, η Tepco μας πληροφορεί πως τα μέτρα ασφαλείας που χρησιμοποιεί έχουν σχεδιαστεί με βάση τα πιο απίθανα σενάρια ατυχημάτων. Είναι σίγουρα καθησυχαστικό το γεγονός ότι λαμβάνουν υπόψιν τους το απίθανο. Δυστυχώς βέβαια, δεν φαίνεται να δίνουν τόση σημασία στο πιθανό. Και παρόλο που μας ενημερώνουν πως έχουν πάρει μέτρα ακόμα και για την «εξαιρετικά αδιανόητη περίπτωση κάποιου ατυχήματος», μέσα από την διαρκή εκπαίδευση των τεχνικών και τις συνεχείς προσομοιώσεις, δεν χρειάζεται να είναι κανείς ιδιοφυϊα για να καταλάβει πως υπάρχει πάντα μια «αδιανόητη περίπτωση» η οποία δεν περιλαμβάνεται ποτέ σε αυτές τις προσομοιώσεις: η επόμενη... 

Ένα σύστημα το οποίο μπορεί να δικαιολογήσει την συνεχιζόμενη ύπαρξη του από το γεγονός ότι προσφέρει προστασία από καταστροφές που το ίδιο παράγει, σίγουρα έχει κλέψει κάποιες σελίδες από τον Όργουελ, όσον αφορά στη συνταγή του κοινωνικού ελέγχου. Οι υποστηρικτές της πυρηνικής ενέργειας, των οποίων καθήκον είναι να ορίσουν την άρνηση της ιστορίας με ρεαλιστικούς τεχνικούς όρους, πιστεύουν πως έχουν βρει τα πιο κατάλληλα όπλα για να διασφαλίσουν την υποταγή στον διαρκή εκβιασμό των μέτρων ασφαλείας τους.


***


Η πυρηνική παράνοια αντιπροσωπεύει το «μεγαλύτερο αποδεκτό επίπεδο» της ταξικής εξουσίας: ως τέτοια, είναι μια παθολογική εξέλιξη η οποία μπορεί σε ένα πρώτο επίπεδο να φαινόταν λογική και ανεκτή από εκείνους που δεν έβρισκαν τίποτα το ιδιαίτερα σοκαριστικό στην «κανονικότητα» αυτής της εξουσίας. Τελικά όμως, ακόμα και αυτή η κανονικότητα είναι μια έννοια που ξεχνιέται, κάνοντας την αποδοχή των μεταλλάξεων τόσο πιο εύκολη. Η παράνοια της πυρηνικής ενέργειας έχει αν μη τι άλλο προσφέρει μια δίοδο έκφρασης στην αυτό-καταστροφικότητα του κόσμου.

Ποτέ ξανά δεν ήταν τόσο ακριβές το να παρομοιάσουμε την κοινωνία μας με αυτούς τους ήρωες στα καρτούν που τρέχουν παρασυρμένοι από ένα άγριο κυνηγητό, καταλήγοντας στο απόλυτο κενό ενός γκρεμού, αλλά δεν πέφτουν παρά μονάχα όταν κάνουν το λάθος και κοιτάξουν κάτω. Με τον ίδιο τρόπο, η κοινωνία μας τρέχει μπροστά, αγνοώντας παντελώς το γεγονός ότι η μηχανική της ύπαρξη εξαρτάται σε απόλυτο βαθμό από την τρομακτική δύναμη της ψευδαίσθησης.

Η καταστροφή στην Ιαπωνία όμως, ίσως είναι τελικά και μια ευκαιρία να ξανά-ειπωθεί το παλιό εκείνο μάθημα, ότι δηλαδή η ύπαρξη αλήθειας στην κοινωνία δεν είναι αποτέλεσμα θεωρητικής διαμάχης, ούτε και προκύπτει από κάποια αντικειμενική γνώση του υπάρχοντος, αλλά πρέπει να κερδηθεί στο κοινωνικό πεδίο μάχης της ύπαρξης της ίδιας. Καμία εξειδικευμένη γνώση –είτε των επιστημόνων είτε άλλων –δεν μπορεί να απελευθερωθεί από την υλική βάση μιας διαστρεβλωμένης αλήθειας, εάν δεν συνδεθεί με ένα κοινωνικό κίνημα που αμφισβητεί αποτελεσματικά την βάση αυτή.

Η ριζοσπαστική κριτική απορρίπτεται εδώ και χρόνια, στο όνομα του ρεαλισμού και της τυραννίας του εφικτού, ως εξτρεμιστική και ασύμβατη με την ανθρώπινη φύση. Είναι αστείο το πως ο ίδιος αυτός ο ρεαλισμός και το βασίλειο του εφικτού έχει οδηγήσει σε εξτρεμισμούς πολύ πιο τρομοκρατικούς στην ανευθυνότητα τους από ότι όλες οι επαναστατικές υπερβολές μιας ριζοσπαστικής κριτικής που δεν αποδέχεται συμβιβασμούς. Τι θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ότι έχουν απελευθερώσει τα τελευταία χρόνια οι ειδικοί της εξουσίας, πέρα από κάποια επαγγέλματα; Τι έχουν καταφέρει να σώσουν όλοι αυτοί οι τσαρλατάνοι της γερασμένης πολιτικής; Παρόλο που διατυμπάνιζαν πως η εγγυημένη επιβίωση είναι ένα υπεραρκετό αίτημα, η αποτυχία τους και σε αυτό το επίπεδο παίρνει σάρκα και οστά στην Ιαπωνία όπως και αλλού.

Ο κόσμος εμπεριέχει δύο μορφές σοβαρότητας: την σοβαρότητα των εξτρεμιστών της κυριαρχίας, τόσο προφανής όσο και τα μέσα που έχουν στην διάθεση τους· και την δική μας, η ύπαρξη της οποίας επιβεβαιώνεται, με παράδοξο τρόπο, από το εύρος των μέσων αυτών που χρησιμοποιούν εναντίον μας. Από την μια πλευρά λοιπόν παρατηρούμε την θέληση να διατηρηθεί η υπάρχουσα κοινωνία με κάθε μέσο. Και από την άλλη, αντιμέτωποι με καταστάσεις που αποδεικνύουν μέρα με την μέρα πως δεν υπάρχει κάτι τόσο κακό ώστε να μην γίνεται χειρότερο, προτάσσουμε την θέληση να αρνηθούμε τον περιορισμό της ιστορίας σε μια απλή αναπαραγωγή του παρελθόντος, και τον περιορισμό του μέλλοντος σε μια απλή διαχείριση των ερείπιων του παρόντος.


Σημειώσεις
(1) Όταν φτάνει η στιγμή της ποσοτικής περιγραφής των επιπέδων ραδιενέργειας, οι επιπτώσεις της διαχέονται στον χρόνο. Όπως και το παράδοξο του Αχιλλέα και της χελώνας, η συνολική συσσωρευτική διαδικασία αγνοείται προς όφελος της συγκεκριμένης στιγμής που εξετάζεται. Έτσι, η επικινδυνότητα της ραδιενέργειας εξουδετερώνεται με τον ίδιο τρόπο που χάνει την αξία του κάθε εμπρόσθιο βήμα του Αχιλλέα. Μια καλή και ουσιώδης απάντηση σε τέτοιου είδους σοφιστείες είχε δοθεί από κάτι Κορσικανούς την στιγμή της άφιξης του ραδιενεργού νέφους του Chernobyl: «Ας πλακώσουμε στο ξύλο έναν από όλους αυτούς τους ειδικούς για μια ακριβώς ώρα. Αν παραπονεθεί, ας του εξηγήσουμε πως εφόσον ένα έτος έχει 8.760 ώρες, μπορεί να ξεδιπλώσει το ξύλο που έφαγε σε αυτές τις ώρες, και να μην νιώσει τελικά τίποτα.»


(2) Τον Μάη του 1986, μετά το ατύχημα του Chernobyl, ένας υπουργός της γαλλικής κυβέρνησης απαγόρεψε την πώληση σπανακιού με μεγάλη περιεκτικότητα Becquerel, προσθέτοντας άμεσα πως η επισήμανση αυτή ήταν κατά βάση διαιτητικού προσανατολισμού και όχι οτιδήποτε άλλο, εφόσον «θα έπρεπε κανείς να φάει 2 τόνους από αυτό το σπανάκι μέσα σε λίγες εβδομάδες ώστε να φτάσει σε σημείο πέρα από το οποίο θα έπρεπε να αναζητήσει ιατρική εξέταση». Πόσο τυχεροί πρέπει να ένιωσαν οι Γάλλοι που δεν έτρωγαν τόνους σπανάκι –γιατί μόνο σε αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να ληφθεί υπόψιν το πόσο επικίνδυνη είναι η πυρηνική βιομηχανία!


(3) Ο ίδιος που πήγε να εξετάσει αν ισχύουν οι φήμες περί ύπαρξης όπλων μαζικής καταστροφής στο Ιράκ το 2002.



Η απάντηση στο σχόλιο του/της Ory Angel είναι εδώ
τα αυτοκίνητα, οι βόμβες και ο κινηματογράφος συγκρατούν το όλον